Οι λειτουργοί του κράτους που ενσαρκώνουν τη δικαστική εξουσία προσέφεραν στο κοινό μια αξιοσημείωτη υπηρεσία - και μάλιστα εκτός των στενών ορίων του θεσμικού ρόλου τους. Με το αστείο πρόσχημα, που επικαλείται το συνδικαλιστικό όργανό τους, προκειμένου ο κλάδος να εξαιρεθεί της απογραφής των δημοσίων υπαλλήλων, οι δικαστικοί μας βοηθούν να καταλάβουμε τι πραγματικά συμβαίνει σήμερα στην κατακερματισμένη κοινωνία μας: ότι, καθώς ο εξορθολογισμός της λειτουργίας του κράτους επιβάλλεται άνωθεν και -για μια ακόμη φορά- από τους ξένους, κάθε ομάδα συμφερόντων αγωνίζεται πλέον να περισώσει ό,τι μπορεί από τα προνόμιά της.
Το επιχείρημα των συνδικαλιστών του δικαστικού σώματος λέει ότι ο δικαστής είναι «λειτουργός του κράτους» και ως τέτοιος δεν πρέπει να τίθεται στην ίδια βάση με έναν κοινό δημόσιο υπάλληλο. Κατά συνέπεια, δεν έχει την υποχρέωση να δηλώσει τα στοιχεία του στην απογραφή. Τους διαφεύγει όμως το κοινό σημείο που έχει ο κάθε δικαστής με τον τελευταίο παρακατιανό κλητήρα, ότι και τους δύο τους πληρώνει ο φορολογούμενος. Τους διαφεύγει επίσης ότι η απογραφή διεξάγεται, προκειμένου να γίνει γνωστός, επιτέλους, ο αριθμός των αμειβομένων από το Δημόσιο. Το αν, ενδεχομένως, ταξινομούνται ιεραρχικώς σε μια κλίμακα που ξεκινά από τα ζωντανά του αγρού και καταλήγει στους αγγέλους, δεν ενδιαφέρει την απογραφή. Το ζητούμενο είναι πόσα καταβάλλονται για αμοιβές από το δημόσιο ταμείο και σε ποιους.
Οταν οι δικαστικοί -που εκ της θέσεώς τους οφείλουν να έχουν τη στοιχειώδη σοβαρότητα- καταλήγουν να χάνουν ακόμη και τη σοβαροφάνειά τους με το παιδαριώδες πρόσχημα στο οποίο καταφεύγουν, δεν χρειάζονται περισσότερα για να καταλάβει κανείς ότι, τουλάχιστον για τους προνομιούχους του κόσμου που ουσιαστικά τελείωσε, έχει σημάνει το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Φαίνεται, άλλωστε, από την αποφασιστικότητα που επιδεικνύεται, αλλά και τα ακραία μέσα που χρησιμοποιούνται, στο επίπεδο των επιμέρους κλαδικών αντιδράσεων, ενώ την ίδια ώρα η μαζικότητα των γενικών κινητοποιήσεων είναι αξιοθρήνητη. Eίναι λογικό: όλοι έχουν επίγνωση της αδικίας των προνομίων που απολαμβάνουν, όλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι εφικτό να διασωθούν όλα και για όλους, επομένως γιατί να ιδρωκοπάνε σαν δαμάλια κάτω από τον ήλιο κραυγάζοντας συνθήματα;
Η αιτία δεν πρέπει να αναζητηθεί μόνο στον κατακερματισμό της κοινωνίας μας, αλλά και στην αδυναμία της κυβέρνησης να δώσει στους Ελληνες μια συνεκτική και ειλικρινή αφήγηση του πώς φθάσαμε ώς εδώ. Αυτό η κυβέρνηση δεν το τολμά, διότι θα κληθεί να δώσει εξηγήσεις και για το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980. Κατ’ ανάγκην, επομένως, η αφήγησή της για την κρίση είναι αποσπασματική και πάντα προσαρμοσμένη στις περιστάσεις και το εκάστοτε ακροατήριο.
Ετσι όμως ενθαρρύνει τις αντιδράσεις στην αναγκαστική προσαρμογή που επιφέρει το Μνημόνιο και επιτρέπει στην κάθε ισχυρή συντεχνία να ελπίζει ότι ίσως κάτι να αποσπάσει για τον εαυτό της, αν κάνει χρήση της ισχύος της, επειδή απέναντί της έχει μια κυβέρνηση την οποία, πολύ απλά, δεν συμφέρει να μάθει ο κόσμος τι έχει συμβεί πραγματικά. Μια κυβέρνηση, η οποία θέλει μεν να σώσει τη χώρα από την κρίση, ει δυνατόν όμως, χωρίς να πάρει χαμπάρι ο πολίτης για ποιους λόγους πρέπει να υποστεί τα επώδυνα μέτρα, διότι το ΠΑΣΟΚ έχει σκοπό να είναι εδώ και την επαύριο, όταν θα έχει περάσει η κρίση. (Εξάλλου, το είπε, με όση περισσότερη σαφήνεια μπορούσε, ο Δ. Ρέππας: «Οι αρχές του ΠΑΣΟΚ υπάρχουν πριν από την κρίση, θα υπάρχουν και μετά την κρίση»). Το ΠΑΣΟΚ επιδιώκει, με άλλα λόγια, ό,τι ακριβώς επιδιώκουν για τον εαυτό τους και οι ποικίλες ομάδες συμφερόντων με τις οποίες συγκρούεται ως κυβέρνηση. Ως εκ τούτου, μειώνονται και οι πιθανότητες να πετύχει το εγχείρημα της προσαρμογής, διότι, ως γνωστόν, μεταξύ κατεργαραίων (πάντα με την καλή έννοια...) ειλικρίνεια!
Είναι φυσικό, λοιπόν, εφόσον η προσπάθεια της κυβέρνησης γίνεται υπό τόσο δυσμενείς συνθήκες (έστω και αν η ίδια τις επιβάλλει στον εαυτό της), ο πρωθυπουργός, με την πρώτη ευκαιρία, να δραπετεύει από τη μίζερη ελληνική πραγματικότητα και να χάνεται στο προσφιλές του επίπεδο της πλανητικής σκέψης, όπως κάνει τώρα συμμετέχοντας στο Συνέδριο της Σύμης, που εφέτος γίνεται στον Πόρο, με θέμα «Fast forward: Progressive ideas for Greece, Europe and the world». Τα αίτια της κρίσης, κατά τον Γιώργο, «δεν είναι τα συστήματα προνοίας, αλλά η μεγάλη αδιαφάνεια που υπήρχε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα» και για την υπέρβασή της απαιτείται «σοβαρή και δίκαια αναδιανομή εισοδήματος σε παγκόσμιο ευρωπαϊκό (sic) επίπεδο».
Ο κόσμος μπορεί, βεβαίως, να είναι ευγνώμων στον Ελληνα πρωθυπουργό για τη χρήσιμη διαπίστωσή του, όταν όμως η αρμόδια για το σύστημα Υγείας υπουργός του ζητεί από τη Βουλή να ψηφίσει μια επαίσχυντη ρύθμιση, με την οποία αναγνωρίζονται οι σκανδαλώδεις δαπάνες για τις προμήθειες των νοσοκομείων, η «πλανητική ερμηνεία», που προσφέρει ο Γιώργος για την κρίση, ακούγεται ως κοροϊδία από εκείνους που θα πληρώσουν με τους φόρους τους τις σπατάλες του κομματικού κράτους στα δημόσια νοσοκομεία, τον ΟΣΕ, τις αστικές συγκοινωνίες και αλλού. Εν τέλει, όμως, δεν διευκολύνει και την επίτευξη των υποτιθέμενων στόχων της κυβέρνησης. Διότι, αν η καραμέλα του «fast forward» είναι μια απόδραση για τον Γιώργο (όπως, λ.χ., το καγιάκ...), οι περισσότεροι στην κυβέρνησή του ονειρεύονται να κάνουν «rewind» στο παρελθόν. Και όπως θυμούνται όσοι μεγάλωσαν ακούγοντας μουσική από τα κασετόφωνα -και ο Γιώργος ήταν ένας από αυτούς- με το πολύ «fast forward» και το πολύ «rewind» στο τέλος το κασετόφωνο μασάει την ταινία...
Σ.Κασιμάτης-Καθημερινή
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.