Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Τα ελληνικά Όσκαρ 2011


Μπορεί από την Ελλάδα υποψήφια για βραβείο ξενόγλωσσης ταινίας να είναι ο “Κυνόδοντας”, αλλά λογικό είναι σε συνθήκες οικονομικής κρίσης το βραβείο να το πάρει ένα άλλο δόντι: Ο τραπεζίτης.

Φαβορί για το Όσκαρ σκηνοθεσίας είναι η ταινία: “Ναι μπορούμε”. Αφορά την ιστορία ενός ψηλού, καλογυμνασμένου άνδρα που βγαίνει από τη φυλακή (αντιπολίτευση) και πηγαίνοντας να ξεθάψει τα χρήματα που είχε κρύψει από παλιότερες δουλειές (διακυβερνήσεις) ανακαλύπτει ότι κάποιοι τα πήραν.
Έτσι μοιραία, ενώ είχε αποφασίσει να γίνει νομοταγής πολίτης και να.. ζήσει με απόλυτη διαφάνεια, αναγκάστηκε να αρχίσει πάλι τις ληστείες. “Κτυπούσε” μισθωτούς, συνταξιούχους, μικρομεσαίους. Δεν του άρεσε, ήξερε ότι παραβίαζε τις αρχές του, άρχισε να χάνει και τους τελευταίους του φίλους, αλλά ήλπιζε ότι μέχρι το 2013 θα μάζευε αυτά που χρειαζόταν και μετά τα επέστρεφε τα κλεμμένα στα θύματά του. Αλλά πέρασε το 2013 και το 2014 και το 2015 και οι κλοπές συνεχιζόταν γιατί οι συνεργάτες του ήταν αχόρταγοι και πλεονέκτες. Έτσι κάποια στιγμή, κάποια μέλη της συμμορίας του που ήθελαν να γίνουν αρχηγοί του έστησαν παγίδα και ο πρωταγωνιστής της ταινίας ξανακατέληξε στη φυλακή (αντιπολίτευση). Οι σύντροφοί του που έμειναν απ’ έξω σκοτώθηκαν μεταξύ τους για τη διαδοχή και στην τελευταία σεκάνς της ταινίας βλέπουμε την οριστική διάλυση της συμμορίας. Μετά πέφτει το “the end” και η ανακοίνωση ότι “οποιαδήποτε ομοιότης με πραγματικά πρόσωπα και θεσμούς είναι απολύτως συμπτωματική”.
Η ταινία αντιμετωπίστηκε με καχυποψία από τους κριτικούς, ιδίως τους Γερμανούς οι οποίοι πίστευαν ότι εξαιτίας αυτής της ακριβής παραγωγής (330 δις. ευρώ) θα χρεοκοπούσε το Κέντρο Ελληνικού Κινηματογράφου και θα έκλειναν τα κινηματογραφικά στούντιο της “Kastri productions”. Παρόλα αυτά το φιλμ έκοψε πολλά εισιτήρια. Για να είμαστε ακριβείς δεν έκοψε μόνο εισιτήρια αλλά και συντάξεις, επιδόματα, εργασιακά δικαιώματα, ακόμη και το…. κάπνισμα.
***
αΜία άλλη ταινία που θα διαπρέψει στα Όσκαρ είναι η ταινία “Η μεταμφίεση”. Διαδραματίζεται σε μία πολυκατοικία στο κέντροανατολικά (κεντροδεξιά) της Αθήνας. Εκεί ο θεατής παρακολουθεί την προβληματική συμβίωση μεταξύ των ενοίκων οι οποίοι διεκδικούν, συχνά με ανοίκεια μέσα, την θέση του διαχειριστή της πολυκατοικίας. Έλα όμως που η περιοχή υποβαθμίστηκε και πολλά διαμερίσματα έμειναν ανοίκιαστα, χώρια που απέφευγαν την πολυκατοικία αυτή ακόμη και οι πιτσαδόροι και οι διανομείς διαφημιστικών εντύπων. Έτσι, ο πιο πλούσιος ιδιοκτήτης (που ήταν και οικουπεδούχος) αποφάσισε να μετακομίσει. Μάλιστα, για να αποφύγει το ενδεχόμενο να τον ακολουθήσουν κι άλλοι ένοικοι (ένας παλιός του φίλος αλλά ενοχλητικά λαϊκιστής και μία φιλόδοξη κυρία, γόνος παλιάς οικογένειας της Κρήτης και ειδική στις πάσης φύσεως δολοπλοκίες) αποφάσισε να αλλάξει την εμφάνισή του. Έβαψε τα μαλλιά του ξανθοκίτρινα με λαχανί ανταύγειες, άφησε μουστάκι και εγκαταστάθηκε σε μία νεόδμητη οικοδομή σε κεντρική λεωφόρο της πόλης.

Δυστυχώς, όμως, δεν είχε χρήματα αρκετά για να αγοράσει όλη την οικοδομή. Βλέπετε δεν φρόντιζε να ανακαινίσει το προηγούμενο σπίτι του που ήταν γωνιακό και του απέδιδε μία περιουσία σε ενοίκια. Ο πρωταγωνιστής, λοιπόν, ανακαλύπτει έκπληκτος και περίλυπος ότι τα υπόλοιπα διαμερίσματα της οικοδομής τα αγόρασαν οι προηγούμενοι συγκάτοικοι. Στην τελευταία σκηνή της ταινίας βλέπουμε και πάλι τη σύγκρουση τω τριών ιδιοκτητών για τη θέση του διαχειριστή.
Το παράξενο με τις δύο τελευταίες ταινίες είναι ότι παρότι δεν γυρίστηκαν για θρίλερ, όλοι εμείς, οι θεατές, βγήκαμε από τη σκοτεινή αίθουσα… κατατρομαγμένοι.
gaios.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.

Η Πελασγία από ψηλά