Να βρούμε τους ενόχους, να τους δικάσουμε, να δημεύσουμε τις περιουσίες τους, να τους βάλλουμε φυλακή, αλλά τι χρωστάνε οι σιδηροδρομικοί της Γαλλίας ή οι δάσκαλοι της Ολλανδίας που κατέχουν ελληνικά ομόλογα, να φάνε τόσο σκληρό δάγκωμα; Να διαπραγματευτούμε τα επιτόκια και...
...τους χρόνους αποπληρωμής, να κουρέψουμε μέρος των χρεών κατόπιν συμφωνίας με τους δανειστές μας, να κάνουμε τη λεγόμενη αναδιάρθρωση, αλλά να μην κάνουμε και ότι δεν ξέραμε. Και η δικαιολογία που προβάλλεται ότι οι δανειστές είναι στυγνοί κερδοσκόποι, είναι τελείως άκυρη. Λες και υπάρχουν δανειστές που δεν προσβλέπουν στο κέρδος, λες και δεν ξέραμε ποιοι αγόραζαν τα ομολόγα. Για να μην αναφερθώ καθόλου στο τι θα συμβεί την επόμενη της στάσης πληρωμών.
Προφανώς όλοι αυτοί οι «φίλοι» του λαού που ισχυρίζονται αυτά, κάνουν ότι έχουν ξεχάσει τις όλες οι μεταπολιτευτικές ελληνικές κυβερνήσεις είναι λαοπρόβλητες. Σχεδόν όλες, μονοκομματικές, ισχυρότατες, εκλεγμένες με νόμιμες εκλογές και καθαρές πλειοψηφίες υλοποιούσαν ακριβώς το φανερό ή ανομολόγητο πρόγραμμά τους, που περιορίζονταν σε ένα βασικό αίτημα στόχο, που ήταν και αίτημα ενός ολόκληρου έθνους.
Να δανειστούν και μετά να μοιράσουν το χρήμα προς ικανοποίηση των ψηφοφόρων τους.
Ποιοι σχεδιασμοί και ποια έργα υποδομής, ποιοι εκσυγχρονισμοί και ποιες μεταρρυθμίσεις, ποιες επενδύσεις στην παιδεία και στις νέες τεχνολογίες, ποια προστασία του φυσικού πλούτου. Χρήμα δανεικό, άμεσο ή έμμεσο, ζεστό ή πλαστικό προς κατανάλωση, ή έξοδο σε ασφαλέστερες ξένες τράπεζες, για να αυγατίσει και να καταναλωθεί αργότερα.
Φυσικά, δεν ήταν δυνατόν να πάρουν όλοι, ούτε να πάρουν όλοι τα ίδια. Σε μια ελεύθερη καπιταλιστική οικονομία η ισότητα των ευκαιριών είναι φενάκη, ακόμα και αν πρόκειται για πλιάτσικο.
Πρώτοι και καλύτεροι οι προσοδούχοι του δημοσίου, η λεγόμενη κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, οι μεταπράτες, οι κουμπάροι. Χιλιάδες σελίδες έχουν γραφτεί για τα χιλιάδες μικρά και μεγάλα σκάνδαλα στις οικονομικές συναλλαγές των υπηρεσιών του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Για το πολιτικό χρήμα. Για τα όργια των επιδοτήσεων των τραπεζών, τις υπερτιμολογήσεις των δημοσίων έργων, τις παρανομίες στις τροφοδοσίες των δημόσιων οργανισμών και των δήμων και βέβαια τις φοροαπαλλαγές νόμιμες και παράνομες.
Αυτοί είναι αλήθεια πήραν μεγάλο μέρος του χρέους, ίσως το μεγαλύτερο. Δεν επένδυσαν όμως σοβαρά μέσα στη χώρα και δεν αύξησαν την παραγωγικότητα.
Όλα αυτά ήταν γνωστά στους κατοίκους αυτής της μικρής της χώρας. Δεν φαίνεται όμως να τους ενοχλούσαν. Τα σκάνδαλα ξέσπαγαν το ένα πίσω από το άλλο με ήρωες τα στελέχη των δύο μεγάλων κομμάτων, αλλά οι ψηφοφόροι τους έδιναν την εξουσία απλόχερα, προφανώς για να συνεχίσουν να τροφοδοτούν με χρήμα το party. Ήξεραν ότι δεν θα μοιράσουν στον καθένα τους εκατομμύρια, αλλά προσδοκούσαν σε αυτό που τους αναλογούσε. Και αυτό ήταν πάντοτε και με κάθε τρόπο, χρήμα.
Πίεζαν όπως μπορούσαν, με ότι όπλο είχαν στα χέρια τους. Ως μέλη κομμάτων τον κομματάρχη, ως δήμοι και κοινότητες τον περιφερειάρχη, ως συνδικαλιστικά όργανα τον υπουργό, ως τοπικοί σύλλογοι, ως ενορίτες, ως οπαδοί, ως γονείς, ως πολίτες. Όσοι είχαν περισσότερη δύναμη και φωνή λόγω θέσης ή επαγγέλματος πίεζαν πιο δυνατά, εκβίαζαν και κέρδιζαν περισσότερα.
Το σύνθημα ήταν μια απλή εξίσωση. Τα παίρνουν οι μεγάλοι, ας πάρουν κάτι και οι μικροί.
Οι υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών εκβίαζαν γιατί μάζευαν τους φόρους, οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ γιατί αυτές ήταν μονοπώλια και είχαν υψηλά κέρδη. Οι δάσκαλοι πάλι έπαιρναν λιγότερα, γιατί ήταν πολλοί και η παιδεία ήταν πάντοτε χαμηλά στις προτεραιότητες αυτής της χώρας. Όσοι δεν έπαιρναν ζεστό χρήμα, έπαιρναν φοροαπαλλαγές, επαγγελματική προστασία ( κλειστά επαγγέλματα), ή λιγότερη εργασία, ώστε να μπορούν να κάνουν και δεύτερη δουλειά. Άλλοι πάλι έπαιρναν, δημόσια γη με τη νομιμοποίηση των αυθαιρέτων τους, χαμηλές αντικειμενικές αξίες για να πληρώνουν χαμηλότερους φόρους στις αγοραπωλησίες τους. Είχες ως επιχειρηματίας προβλήματα, μπορούσες να παίξεις άνετα με τη μαύρη εργασία, ή να συνεννοηθείς «φιλικά» με τον εφοριακό.
Κανείς δεν έφτιαξε κίνημα ζητώντας καλύτερη παιδεία, αντίθετα ζητούσε καλύτερους μισθούς για να πληρώνει τα φροντιστήρια. Κανείς δεν έφτιαξε κίνημα ζητώντας καλύτερη δημόσια περίθαλψη, αντίθετα ζητούσε περισσότερο χρήμα για να πληρώνει το φακελάκι ή τον ιδιώτη γιατρό. Κανείς δεν ζητούσε προστασία του περιβάλλοντος, αντίθετα ζητούσε το δικαίωμα να χτίζει όπου ήθελε. Ένα τραγικό παράδειγμα. Στην Κοζάνη και την Πτολεμαΐδα πεθαίνουν μαζικά από καρκίνο των πνευμόνων, λόγω της μόλυνσης που προκαλούν τα εργοστάσια της ΔΕΗ. Οι κάτοικοι ως αντάλλαγμα για τον αφανισμό τους ζητούσαν και πέτυχαν να διορίζονται στη ΔΕΗ.
Την ίδια στιγμή το πλιάτσικο που καλά κρατούσε γύρω από το κράτος και τα κόμματα δημιουργούσε μια παράλληλη κοινωνία, αυτή των πραγματικών προλεταρίων. Αγορά εργασίας με φτηνούς και ανασφάλιστους εργάτες, με στρατιές νέων εξαθλιωμένων μεταναστών που υποβάθμιζαν ακόμα περισσότερο το μεροκάματο όλων. Ασφαλιστικά ταμεία υπό διάλυση, τρύπια δίχτυα κοινωνικής προστασίας. Το συνδικαλιστικό κίνημα ήταν απασχολημένο με τα επιδόματα των ΔΥ και «αγνοούσε» ότι ο ιδιωτικός τομέας μετατρεπότανε σε ζούγκλα. 18 μήνες η άδεια εγκυμοσύνης στο δημόσιο, 3 μήνες στον ιδιωτικό τομέα. Ότι σπαταλούσε η κρατική εξουσία στους ευνοημένους της, έλειπε δραματικά από τους ταπεινωμένους υπηκόους της.
Όλο αυτό το χρήμα ήταν διαθέσιμο λόγω του δανεισμού της χώρας και αυτό όλοι το ήξεραν. Κανένα κίνημα και καμιά πολιτική δύναμη, δεν είπε, ότι αυτό είναι αντίθετο όχι μόνο στους νόμους της οικονομίας, αλλά, στους νόμους της φύσης, στην αρχή διατήρησης της ενέργειας. Η ενέργεια όπως και το χρήμα είναι αδύνατο να γεννηθούν από το μηδέν. Αυτό που ο καθένας μας ξέρει για τα προσωπικά του οικονομικά , έκανε πως το αγνοούσε για τα οικονομικά του κράτους. Το σύνθημα «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει» σήμαινε σε ελεύθερη μετάφραση, ότι ο δημόσιος κορβανάς είναι απύθμενος και πάντα θα έχει για να προσφέρει στην κρίσιμη μάζα των ψηφοφφόρων που εγγυάται την αναπαραγωγή του συστήματος εξουσίας.
Μια αγαστή συνεργασία κυβερνήσεων, πολιτικών κομμάτων, οικονομικών ελίτ και πόπολου με στόχο την απρόσκοπτη και μαζική κατανάλωση «σκουπιδιών» παντός είδους της παγκόσμιας παραγωγής και τίμημα την καταστροφή του περιβάλλοντος και την υποθήκευση του μέλλοντος της χώρας και των παιδιών της.
Γιατί και καλά το χρήμα ήταν φτηνό, το επιτόκιο χαμηλό και οι δανειστές ανεκτικοί, γιατί και αυτοί τη δουλειά τους έκαναν βεβαίως. Και τώρα που τα πράγματα άλλαξαν, που η οικονομική ύφεση αναδεικνύει τις πληγές του συστήματος, κάποιοι θέλουν να πάμε στα διεθνή δικαστήρια να κάνουμε τους ανήξερους, τους ανήλικους, τους κρετίνους και να την κάνουμε αβαβά. Τώρα φταίνε οι δανειστές, τα ξένα κέντρα, οι ανθέλληνες, που μας χρησιμοποιούν ως πειραματόζωα και όχι εμείς που είχαμε χάσει το μπούσουλα και το μέτρο. Φταίει το Ευρώ και το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας, οι συνθήκες που υπογράψαμε και όχι το αυτονόητο ότι δεν μπορείς να ξοδεύεις απείρως περισσότερα από αυτά που παράγεις. Και θέλουμε να συγκρίνουμε το χρέος μας με παραγωγικούς γίγαντες όπως η Γερμανία, όταν εμείς δεν μπορούμε να εξάγουμε ούτε το λάδι μας.
Ισχυρές πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης δεξιά και αριστερά ζητούν τώρα να απαλλαγούμε από το άχθος του μνημονίου για να συνεχίσουμε το party. Πιστεύουν ακόμη στο αεικίνητο του 1ου είδους, η μηχανή μπορεί να δουλεύει χωρίς να καταναλώνει κάποια μορφή ενέργειας. Η ίδια η κυβέρνηση πασχίζει να μην εφαρμοστούν οι έστω μικρές αλλαγές που ή ίδια αποφασίζει και ψηφίζει. Κοινωνικές ομάδες η μια πίσω από την άλλη ξεσηκώνονται διεκδικώντας τη διατήρηση των κεκτημένων τους. Παίρνουν υποσχέσεις και αποσύρονται. Όλοι ελπίζουν σε κάτι μαγικό.
Δυστυχώς μάγκες μου αυτά δεν γίνονται. Θα αναγκαστούμε να πιούμε «το πικρόν ποτήριον τούτο», θα υποστούμε τις συνέπειες του νόμου, θα πρέπει να δουλέψουμε σκληρά, να πεινάσουμε, να μαζευτούμε, να σταθούμε μπροστά στον βωμό της ανάπτυξης και να ομολογήσουμε την ήττα μας. Η ατομική ευθύνη, φράση μισητή στον Έλληνα πατριώτη, θα πρέπει επιτέλους να μπει μπροστά από την εκ του πονηρού, συλλογική ευθύνη. Οι επιχειρηματίες με τις τεράστιες κερδοφορίες, αλλά και τα τεράστια χρέη, που τώρα αναγκάζονται να περιοριστούν και να απολύσουν το προσωπικό τους θα πρέπει να μας πουν που πήγε τόσο χρήμα, τι έγινε λάθος. Γιατί έβλεπαν μόνο τα πιθανά κέρδη και όχι και τις πιθανές ζημιές;
Εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυραίοι με μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα 2500€ βρέθηκαν με 23 δάνεια εκατοντάδων χιλιάδων Ευρώ και με δεκάδες χιλιάδες Ευρώ χρέη από τις 10 πιστωτικές τους κάρτες. Ζήλεψαν τον τρόπο ζωής των μεγαλοαστών, αξίωσαν το δικαίωμα στο γκαζόν και στην πισίνα και εκτόξευσαν τις αξίες της γης και των διαμερισμάτων σε παράλογα ύψη. Όλοι αυτοί οι «wanna be» τύποι που έφτασαν να δίνουν 100 Ευρώ για να φάνε δυο άνοστες μακαρονάδες στη μοδάτη ταβέρνα, θα πρέπει επιτέλους να κοιταχτούν στον καθρέφτη. Οι αγρότες αυτής της χώρας πριν κλείσουν τα σύνορα και τους δρόμους θα πρέπει να μας εξηγήσουν που πήγε ο πακτωλός των κοινοτικών επιδοτήσεων και πως εγκαταλείφθηκε η ύπαιθρος με αποτέλεσμα να εισάγουμε την πατάτα, το σιτάρι, το γάλα και τα σκόρδα μας.
Κάπως πρέπει να εξηγήσουν όλοι αυτοί, γιατί η χώρα του μέτρου, έγινε χώρα της αμετροέπειας. Γιατί πήγαμε κόντρα στο φυσικό της περιβάλλον.
Στην Ελληνική φύση όλα δηλώνουν μέτρο. Το βάθος των θαλασσών, το ύψος των βουνών, το εύρος των θερμοκρασιών και των πιέσεων του αέρα, το ύψος της χλωρίδας και το βάρος της πανίδας, όλα συνέπειες του γεωγραφικού της πλάτους, απαιτούν από τους κατοίκους της ένα ανάλογο μέτρο στη διαχείριση του περιβάλλοντος, των οικονομικών αξιών, του τρόπου ζωής τους. Οι παλιότεροι κάτοικοι του ίδιου τόπου έφτιαχναν ακόμη και τους θεούς τους στα ανθρώπινα μέτρα, η τέχνη τους ήταν ένας ύμνος στη φύση που τους περιέβαλε. Οι σύγχρονοι ανήγαγαν το γαύγισμα και τα πλαστικά σκουπίδια σε πολιτισμό. Γιατί τόση ύβρις σε μια τόσο όμορφη χώρα;
Και επειδή η απάντηση από μερικούς είναι εύκολη και είναι, «φταίει ο καπιταλισμός», θα τους θυμίσω πόσο δύσκολο και επίπονο, είναι να φτιάξεις το άλλο σύστημα, το σοσιαλιστικό.
Πως περνάει από το μυαλό της Αριστεράς μας ότι αυτός ο σύγχρονος Έλληνας βυθισμένος μέσα στο πολιτιστικό τέλμα που αυτός με επιμονή δημιούργησε, μπορεί να διανοηθεί και να ανοίξει διαδικασίες προς μια σοσιαλιστική κοινωνία;
Πόση ατομική ευθύνη χρειάζεται από τους πολίτες για να διαχειριστούν από κοινού τις τύχες τους, πόση εγκράτεια και αυταπάρνηση απαιτείται, πόση συνέπεια και λιτότητα, πόση φροντίδα προς τη φύση, πόση γνώση, πόση δουλειά. Αλλά και πόση πολιτική υπευθυνότητα και ικανότητα από τους ταγούς και πόση πίστη στη δημοκρατία και την ελευθερία απ΄ όλους, για να μην έχει ο σοσιαλισμός το τέλος των τυραννικών ολοκληρωτικών καθεστώτων που όλοι γνωρίσαμε στο πρόσφατο παρελθόν. Τελικά, είναι αδύνατο να οικοδομήσουμε οτιδήποτε στο πολιτικό επίπεδο, αν δεν αποκαταστήσουμε τη σχέση μας με το περιβάλλον που ζούμε και δεν αποδεχθούμε τα όσα αυτό ορίζει. Τα όσα βιώνουμε σήμερα στην Ελλάδα δεν είναι απλά αποτέλεσμα της σύγκρουσης του κεφαλαίου με την εργασία. Η κυρίαρχη αντίθεση είναι η σύγκρουση του Έλληνα με το μέτρο.
Σχόλιο: Μια από τις καλύτερες αναλύσεις που έχω διαβάσει τελευταία.
www.ananeotiki.gr
Λεωνίδας Καστανάς
Κινέζικα κρεμύδια αγόρασα σήμερα στην Πελασγία!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΟΙΟΣ ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ ΑΥΤΟ ΡΕ ΠΑΙΔΙΑ, Ο ΠΑΓΚΑΛΟΣ:
ΑπάντησηΔιαγραφήΠράγματι το κείμενο παραπέμπει στο άκομψο και προκλητικό "μαζί τα φάγαμε" του Πάγκαλου, που τόσες αντιδράσεις προκάλεσε και στο οποίο θα 'πρεπε να προσθέσει "μόνο που πολλοί από μας τους πολιτικούς και οι κολλητοί μας φάγαμε ασυγκρίτως περισσότερα". Όμως τούτη η εμπεριστατωμένη και ψύχραιμη ανάλυση του Λ. Καστανά, όσο κι αν ενοχλεί κάποιους, αποδεικνύει με μια σειρά εύστοχων παραδειγμάτων πως ο καθένας μας έχει το δικό του (μικρό ή μεγάλο) μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή οικονομική (και όχι μόνο...)κρίση. Πόσοι όμως από μας είμαστε έτοιμοι να το παραδεχτούμε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΘάνος Μπλούνας