Η αλήθεια είναι ότι στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης που προκάλεσε ο κορωνοϊός, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν άφησε μεγάλα περιθώρια κριτικής στην αντιπολίτευση.
Είδε νωρίς τον κίνδυνο, επέλεξε τους καλύτερους επιστήμονες να
διαχειριστούν το πρόβλημα και πήρε εγκαίρως τα ενδεδειγμένα μέτρα για να
περιοριστεί η διασπορά της πανδημίας και να αντιμετωπιστούν σε
βραχυπρόθεσμο επίπεδο οι σοβαρές οικονομικές συνέπειες. Το σχέδιο πήγε
καλά, η χώρα έγινε διεθνές πρότυπο, ποτέ η Ελλάδα δεν είχε καλύτερο
όνομα στο εξωτερικό, ενώ στο εσωτερικό η συντριπτική πλειοψηφία της
κοινής γνώμης επιβραβεύει την κυβέρνηση, όπως δείχνουν όλες οι
δημοσκοπήσεις. Το κυριότερο, σώθηκαν χιλιάδες ζωές και δεν γίναμε ούτε
Ιταλία, ούτε Βέλγιο και Ολλανδία, που έχουν περίπου τον ίδιο πληθυσμό με
τη χώρα μας.
Υπό αυτές τις συνθήκες είναι κατανοητή η πολιτική ασφυξία που αισθάνονται κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως τα μικρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναζήτησε με επιμονή κάθε πιθανή ρωγμή στους κυβερνητικούς χειρισμούς για να εδραιώσει τον αντιπολιτευτικό του λόγο. Το έχει ανάγκη για να εξακολουθήσει να υπάρχει και να ελπίζει. Δεν θα μπορούσε να μείνει στο σπίτι και να παρακολουθεί τις ενημερώσεις Τσιόδρα - Χαρδαλιά. Ομως οι περισσότερες απόπειρες που έκανε η Κουμουνδούρου ήταν καταδικασμένες και δεν κράτησαν περισσότερο από μερικές ώρες.
Κατά τη γνώμη μου, δύο ήταν εκείνες που επέδειξαν κάποια αντοχή: η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα του συστήματος υγείας στην αρχή της πανδημίας και τώρα η εμπλοκή των ΚΕΚ στη χορήγηση της οικονομικής βοήθειας των 600 ευρώ προς τους επιστήμονες. Μόνο που και τις δύο ο Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισε να τα απενεργοποιήσει εν τη γενέσει τους.
Το φαινόμενο είναι ασυνήθιστο σε σχέση με την παγιωμένη νοοτροπία στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Και ακόμη πιο ασυνήθιστο είναι το να επανορθώνονται σφάλματα ή αστοχίες με άμεση παρέμβαση του ίδιου του πρωθυπουργού. Η επιμονή στο θέμα της τηλεκατάρτισης των επιστημόνων θα έφερνε την κυβέρνηση στην άβολη θέση του απολογούμενου. Η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να αναμειχθεί αυτοπροσώπως στο ζήτημα μαρτυρά ότι δεν υπολόγισε το ενδεχόμενο πολιτικό κόστος, το οποίο, εκ των πραγμάτων, θα βάρυνε τον ίδιο, και τελικά βγαίνει κερδισμένος. Οι τακτικισμοί, ένας τομέας στον οποίο διέπρεπε κατ’ εξοχήν ο Αλέξης Τσίπρας, δεν ταιριάζουν ούτε στη συγκυρία ούτε στο προφίλ διοίκησης που ο ίδιος προκρίνει. Οπως δεν ταιριάζουν τα παλιά και γνώριμα τεχνάσματα προκειμένου να σωθούν τα προσχήματα για υπουργούς και πρωθυπουργό, με κάποιο ταχυδακτυλουργικό, κάποιο μπάλωμα, μόνο και μόνο για να μη γίνει η παραδοχή της γκάφας. Φαίνεται όμως ότι η προτεραιότητα είναι να μη χάνεται χρόνος σε ανούσια σπατάλη ενέργειας:
Εγινε η «στραβή» (όπως θα έλεγε και η Ρένα Δούρου) και έπρεπε να διορθωθεί. Ηταν τόσο απλό.Η τηλεκατάρτιση δεν ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση. Με τον ίδιο τρόπο είχε αντιδράσει πριν από λίγους μήνες, π.χ., στην όξυνση της μεταναστευτικής κρίσης όταν παραδέχτηκε στην πράξη και χωρίς πολλές διατυπώσεις ότι η κατάργηση του αρμόδιου υπουργείου ήταν λάθος. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τις άστοχες επιλογές ορισμένων προσώπων ως διοικητών σε πολλά νοσοκομεία της χώρας. Σε κάθε περίπτωση, έστω και υπό την πίεση μιας σκληρής αλλά φανταστικής αντιπολίτευσης, η κυβέρνηση χαράσσει έναν καινούριο δρόμο ως προς τη φιλοσοφία διαχείρισης των κρίσεων.
Πριν από ακριβώς έναν χρόνο ο Αλέξης Τσίπρας αποκαλούσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, σαρκαστικά και υποτιμητικά, «χορηγό του ΣΥΡΙΖΑ». Ο τότε πρωθυπουργός ήταν βαθιά πεπεισμένος ότι στις ευρωεκλογές θα διαψεύδονταν οικτρά οι δημοσκοπήσεις που προέβλεπαν νίκη της Νέας Δημοκρατίας. Και, αντιθέτως, θα επιβεβαιωνόταν η δική του πεποίθηση ότι είναι «άχαστος» -ή, έστω, ότι «εγώ από τον Μητσοτάκη δεν χάνω», όπως διατεινόταν σε όλους τους τόνους και προς κάθε ακροατήριο. Αναρωτιέμαι ποιος θα μπορούσε να είχε προβλέψει ότι οι ρόλοι θα αντιστρέφονταν πλήρως, με τον Αλέξη Τσίπρα να γίνεται «χορηγός» -κατά τη δική του έκφραση- του Κυριάκου Μητσοτάκη μέσα σε λιγότερο από ένα έτος. Διότι η αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται όχι απλώς αναποτελεσματική και άσφαιρη, αλλά και πολύ λιγότερο ευέλικτη από την κυβέρνηση. Το δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.
Υπό αυτές τις συνθήκες είναι κατανοητή η πολιτική ασφυξία που αισθάνονται κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως τα μικρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναζήτησε με επιμονή κάθε πιθανή ρωγμή στους κυβερνητικούς χειρισμούς για να εδραιώσει τον αντιπολιτευτικό του λόγο. Το έχει ανάγκη για να εξακολουθήσει να υπάρχει και να ελπίζει. Δεν θα μπορούσε να μείνει στο σπίτι και να παρακολουθεί τις ενημερώσεις Τσιόδρα - Χαρδαλιά. Ομως οι περισσότερες απόπειρες που έκανε η Κουμουνδούρου ήταν καταδικασμένες και δεν κράτησαν περισσότερο από μερικές ώρες.
Κατά τη γνώμη μου, δύο ήταν εκείνες που επέδειξαν κάποια αντοχή: η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα του συστήματος υγείας στην αρχή της πανδημίας και τώρα η εμπλοκή των ΚΕΚ στη χορήγηση της οικονομικής βοήθειας των 600 ευρώ προς τους επιστήμονες. Μόνο που και τις δύο ο Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισε να τα απενεργοποιήσει εν τη γενέσει τους.
Το φαινόμενο είναι ασυνήθιστο σε σχέση με την παγιωμένη νοοτροπία στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Και ακόμη πιο ασυνήθιστο είναι το να επανορθώνονται σφάλματα ή αστοχίες με άμεση παρέμβαση του ίδιου του πρωθυπουργού. Η επιμονή στο θέμα της τηλεκατάρτισης των επιστημόνων θα έφερνε την κυβέρνηση στην άβολη θέση του απολογούμενου. Η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να αναμειχθεί αυτοπροσώπως στο ζήτημα μαρτυρά ότι δεν υπολόγισε το ενδεχόμενο πολιτικό κόστος, το οποίο, εκ των πραγμάτων, θα βάρυνε τον ίδιο, και τελικά βγαίνει κερδισμένος. Οι τακτικισμοί, ένας τομέας στον οποίο διέπρεπε κατ’ εξοχήν ο Αλέξης Τσίπρας, δεν ταιριάζουν ούτε στη συγκυρία ούτε στο προφίλ διοίκησης που ο ίδιος προκρίνει. Οπως δεν ταιριάζουν τα παλιά και γνώριμα τεχνάσματα προκειμένου να σωθούν τα προσχήματα για υπουργούς και πρωθυπουργό, με κάποιο ταχυδακτυλουργικό, κάποιο μπάλωμα, μόνο και μόνο για να μη γίνει η παραδοχή της γκάφας. Φαίνεται όμως ότι η προτεραιότητα είναι να μη χάνεται χρόνος σε ανούσια σπατάλη ενέργειας:
Εγινε η «στραβή» (όπως θα έλεγε και η Ρένα Δούρου) και έπρεπε να διορθωθεί. Ηταν τόσο απλό.Η τηλεκατάρτιση δεν ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση. Με τον ίδιο τρόπο είχε αντιδράσει πριν από λίγους μήνες, π.χ., στην όξυνση της μεταναστευτικής κρίσης όταν παραδέχτηκε στην πράξη και χωρίς πολλές διατυπώσεις ότι η κατάργηση του αρμόδιου υπουργείου ήταν λάθος. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τις άστοχες επιλογές ορισμένων προσώπων ως διοικητών σε πολλά νοσοκομεία της χώρας. Σε κάθε περίπτωση, έστω και υπό την πίεση μιας σκληρής αλλά φανταστικής αντιπολίτευσης, η κυβέρνηση χαράσσει έναν καινούριο δρόμο ως προς τη φιλοσοφία διαχείρισης των κρίσεων.
Πριν από ακριβώς έναν χρόνο ο Αλέξης Τσίπρας αποκαλούσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, σαρκαστικά και υποτιμητικά, «χορηγό του ΣΥΡΙΖΑ». Ο τότε πρωθυπουργός ήταν βαθιά πεπεισμένος ότι στις ευρωεκλογές θα διαψεύδονταν οικτρά οι δημοσκοπήσεις που προέβλεπαν νίκη της Νέας Δημοκρατίας. Και, αντιθέτως, θα επιβεβαιωνόταν η δική του πεποίθηση ότι είναι «άχαστος» -ή, έστω, ότι «εγώ από τον Μητσοτάκη δεν χάνω», όπως διατεινόταν σε όλους τους τόνους και προς κάθε ακροατήριο. Αναρωτιέμαι ποιος θα μπορούσε να είχε προβλέψει ότι οι ρόλοι θα αντιστρέφονταν πλήρως, με τον Αλέξη Τσίπρα να γίνεται «χορηγός» -κατά τη δική του έκφραση- του Κυριάκου Μητσοτάκη μέσα σε λιγότερο από ένα έτος. Διότι η αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται όχι απλώς αναποτελεσματική και άσφαιρη, αλλά και πολύ λιγότερο ευέλικτη από την κυβέρνηση. Το δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.
Μπ. Κούτρας-ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.