Πρώτα τα δεδομένα. Μετά τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας (ανάμεσά τους η Ντόρα Μπακογιάννη) που τάχθηκαν υπέρ της εκ νέου αλλαγής του εκλογικού νόμου, με αύξηση του μπόνους από 40 σε 50 βουλευτές για τις δεύτερες εκλογές, αυτή τη βδομάδα ήταν η σειρά του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη και του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου να διατηρήσουν ανοιχτό το θέμα.
Στάθηκαν ασφαλώς και οι δύο στη γραμμή που λέει ότι προχωράμε με τα γνωστά δεδομένα αλλά άνοιξαν και οι δύο από ένα παράθυρο που περιείχε και κάποια επιχειρηματολογία (αχρείαστη να ‘ναι, που έλεγαν και οι πιο παλιοί). Ο κ. Γεραπετρίτης είπε μεταξύ άλλων πως «όταν κόμματα αποκλείουν ενδεχόμενο συνεργασίας, η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη». Ενώ ο κ. Οικονόμου, μιλώντας γενικά, είπε ότι ο εκλογικός νόμος «πρέπει να είναι τέτοιος, έτσι ώστε να αποτρέπει και την ακυβερνησία και το σχηματισμό αδύναμων κυβερνήσεων που δεν θα μπορούν να αντεπεξέλθουν στις πολύ αυξημένες ανάγκες ουσιαστικών αποφάσεων που επιβάλλει το διεθνές περιβάλλον στο οποίο ζούμε».
Πού οδηγούν όλα αυτά; Οδηγούν σε κυβερνητικές πηγές που έλεγαν την Δευτέρα, απαντώντας σε ερωτήματα για τη συζήτηση που έχει ανοίξει για την αλλαγή εκλογικού νόμου, ότι
«αν θέλει να πει κάτι ο Πρωθυπουργός, θα το πει ο ίδιος». Μέχρις εκεί. Σημαίνει αυτό ότι ο Πρωθυπουργός θα κλείσει το θέμα όταν θα μιλήσει (πχ. αν ερωτηθεί στη συνέντευξη Τύπου της ΔΕΘ) ή θα το αφήσει ανοικτό;Σημαίνει ότι μέχρι να το κλείσει το θέμα παραμένει ανοικτό. Και έως τότε οι δηλώσεις των βουλευτών δημιουργούν κλίμα και οι δηλώσεις των Υπουργών είναι τροχιοδεικτικές. Και μετά, όπως κάθε φορά συμβαίνει, αν ο Πρωθυπουργός αποφασίσει ότι δεν θέλει να προχωρήσει σε αλλαγή όλοι… «βγάζαμε αυθαίρετα συμπεράσματα». Αυτό είναι το παιχνίδι της πολιτικής. Πάντα ίδιο είναι όταν μια απόφαση «παίζεται», ζυγίζεται και δημιουργεί διλήμματα.
Και υπάρχει κι ένας ακόμη άγραφος κανόνας: Οταν μια κυβέρνηση πιέζεται αλλάζει τον εκλογικό νόμο για να διευκολύνει τον εαυτό της. Το έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου με τον εκλογικό νόμο του 1989 (σε σύλληψη Μένιου Κουτσόγιωργα που ψηφίστηκε μετά την αποπομπή του) και έτσι είχαμε τρεις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις (Ιούνιος, Νοέμβριος 1989 και Απρίλιος 1990) μέχρι να σχηματιστεί κυβέρνηση.
Το 2016 ο Τσίπρας, όντας πίσω στις δημοσκοπήσεις, επιδίωξε να ψηφιστεί η απλή αναλογική από 200 βουλευτές ώστε να ισχύσει από τις επόμενες εκλογές. Λίγο έλειψε να βγει με τα φοντάν ο Νίκος Βούτσης στη Βουλή να κεράσει τους χρυσαυγίτες, καθώς όλοι θυμούνται με ανατριχίλα τη δήλωσή του ότι «στη Βουλή δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι».
Κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ φλέρταρε ακόμη και με τη Χρυσή Αυγή για την απλή αναλογική για να προκληθεί μπάχαλο και να παραμείνει στην εξουσία, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη πέτυχε το ιστορικό παράδοξο: άλλαξε τον εκλογικό νόμο όχι για να διευκολύνει αλλά για να δυσκολέψει τον εαυτό της ρίχνοντας το μπόνους στις 40 έδρες.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι αντί για αυτοδυναμία ακόμη και με 35% που προέβλεπε ο νόμος Παυλόπουλου, ο νόμος που ψήφισε η ΝΔ απαιτεί 37% ως 38% για 151 βουλευτές.
Ετσι λοιπόν, εν μέσω πρωτοφανούς (ή καλύτερα μιας ακόμη πρωτοφανούς) διεθνούς κρίσης, κι ενώ το συμφέρον των πολιτών (και η επιθυμία τους με βάση στις δημοσκοπήσεις) είναι η σταθερότητα παρά την παγίδα της απλής αναλογικής που άφησε αμανάτι ο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση λίγο θέλει να πει ξανά «άκυρον» και να μείνουμε στην υπάρχουσα εκδοχή του πλειοψηφικού συστήματος (με 40 έδρες μπόνους) που οδηγεί πιθανότατα σε ακυβερνησία ή τρίτες εκλογές.
Η επαναφορά του νόμου Παυλόπουλου θα ήταν θετική για τη σταθερότητα της χώρας και την οικονομία. Αλλωστε με αυτό τον νόμο σχημάτισε δύο φορές κυβέρνηση ο κ. Τσίπρας με τον κ. Καμμένο και αν κερδίσει – όπως λέει – τις επόμενες εκλογές μετά την απλή αναλογική μπορεί να του προσφέρει την αυτοδυναμία ακόμη και με μια ψήφο διαφορά.
Με τον κ. Παυλόπουλο δεν έχει κανένα πρόβλημα ο ΣΥΡΙΖΑ (για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον πρότεινε) ούτε με τον νόμο του με τον οποίο άλλωστε κυβέρνησε 4,5 χρόνια και μόνο όταν βρέθηκε πίσω στις δημοσκοπήσεις αναγκάστηκε να τον εγκαταλείψει φλερτάροντας ακόμη και με τις ψήφους της Χρυσής Αυγής για να βρει (ανεπιτυχώς) σωσίβιο στην απλή αναλογική.
Επομένως τι μας μένει; Το αν «δικαιούται» ο Πρωθυπουργός να αλλάξει γνώμη. «Είμαστε σοβαροί; Θα αλλάζουμε τους κανόνες του παιχνιδιού ανάλογα με τι μας συμφέρει;» είχε πει στην ΕΡΤ στις 14 Ιουνίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν ρωτήθηκε για το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου.
Και ασφαλώς θα του το χτυπήσουν αν αλλάξει την απόφασή του. Θα πουν ότι δεν άλλαξαν οι συνθήκες αλλά ότι η κίνηση είναι παραδοχή αδυναμίας, ότι καταρρέει, ότι έχει ήδη καταρρεύσει, ότι πέφτει με κρότο, με πάταγο, με χλαπαταγή κ.ο.κ. Πρόκειται όμως για τα ίδια πράγματα που λέγονται και γράφονται εδώ και δύο χρόνια, σχεδόν κάθε μέρα και με κάθε αιτία και αφορμή. Και δεν έχουν επιβεβαιωθεί, ούτε από τις δημοσκοπήσεις. ούτε από τις εξελίξεις. Και αυτό είναι και το πρόβλημα μιας αντιπολίτευσης που το έχει «τερματίσει» από την αρχή – δίνοντας με αυτό τον τρόπο περιθώρια κινήσεων στον κ. Μητσοτάκη.
Αλ. Παπαναστασίου-protagon.gr
«Όποιος σκάβει τον λάκκο του άλλου πέφτει ο ίδιος μέσα»!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι να φοβηθει ο αχαστος αλεξης αφου προηγειται εδω και 3 χρονια με 10 μοναδες διαφορα....τον μονο που φοβαται ειναι ο ΚΑΝΕΝΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΣήμερα ανακοινώθηκε επίσημα ότι η ανάπτυξη στο Β' Τρίμηνο ανηλθε στο 8%!! στο χειρότερο οικονομικό περιβάλλον από το Β' παγκόσμιο πόλεμο. Όποιος έχει μυαλό ας το σκεφτεί. Η άλλη επιλογή είναι τα ΑΤΜ των 60 ευρώ.
ΑπάντησηΔιαγραφή...κι αν κανεις το κοπο κι αναλυσεις απο που και πως προηλθε το ποσοστο αυτο,θα τριβεις τα οματα σου οταν ανακαλυψεις οτι ηταν κυριως και κατα μεγαλο ποσοστο ο
Διαγραφήτουρισμος με τα φθηνα εισητηρια που προσελκυσαν τοσο κοσμο ! Μια τυχαια, ασταθης και αβεβαια αυξηση, μια φωτοβοληδα προς τερψην και χαρα του κ.Κουλη!!