Μέσα στις επόμενες είκοσι ημέρες θα στηθούν δύο φορές κάλπες στο ΠΑΣΟΚ, στις 6 και στις 13 Οκτωβρίου, προκειμένου να εκλεγεί ο πρόεδρος του κόμματος.
Συμπίπτει αυτή η εκλογή με τα 50 χρόνια από την ίδρυση του κόμματος από
τον Ανδρέα Παπανδρέου και αφού τον έχουν διαδεχθεί ο Κώστας Σημίτης, ο
Γιώργος Παπανδρέου, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, η Φώφη Γεννηματά και ο Νίκος
Ανδρουλάκης.
Είναι το ΠΑΣΟΚ το κόμμα που πλήρωσε βαρύτερο πολιτικό κόστος από εκείνο που πράγματι του αναλογούσε για την υπερδεκαετή μείζονα κρίση 2009-2019, με δεδομένο τον πλήρη οικονομικό εκτροχιασμό που είχε παραλάβει από την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Και επίσης δεδομένες τις σκληρές επιθέσεις και την υπονόμευση που δέχθηκε από τη Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά και τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα όταν προσπαθούσε να διασώσει ό,τι μπορούσε να διασωθεί από τη μνημονιακή θύελλα. Ετσι, το ΠΑΣΟΚ των 3 εκατομμυρίων ψηφοφόρων του 2009 βρέθηκε με λιγότερους από 300.000 το 2015, από το 43,92% στο 4,68%.
Παρ'› όλα ταύτα επιβίωσε -συγκρατήθηκε μεν σε χαμηλά ποσοστά αντιμετωπίζοντας και διαλυτικά φαινόμενα- και διατήρησε την πολιτική παρουσία του, ενώ τώρα βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα ενδεχόμενο νέο ξεκίνημα. Και το ερώτημα είναι τι θα είναι αυτό το νέο ξεκίνημα, ποιο θα είναι το περιεχόμενο και το αφήγημά του και ποιος θα κληθεί από την κάλπη να το υπηρετήσει.
Ηδη σήμερα οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης, ανάκαμψης όμως οριακής. Και αυτή η οριακή ανάκαμψη δείχνει ότι το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να επανέλθει σε πρωταγωνιστικό ρόλο στον βαθμό που απλώς θα περιμένει να εισπράξει από την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και τη φθορά της Νέας Δημοκρατίας, καθώς οι μεγάλες εκροές από τα κόμματα αυτά δεν συνοδεύονται από αντίστοιχες εισροές στο ΠΑΣΟΚ. Με άλλα λόγια, το ζητούμενο σήμερα από το ΠΑΣΟΚ είναι ένα νέο πολιτικό αφήγημα, μία νέα κυβερνητική πρόταση, ένα νέο πρόγραμμα. Μία απάντηση σε αυτό που σε όλες τις δημοσκοπήσεις δηλώνουν οι ερωτώμενοι και φανερώνει την αίσθηση που κυριαρχεί σήμερα στην ελληνική κοινωνία: απογοήτευση, ανασφάλεια, φόβος, θυμός.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι συγκεκριμένες και συγκροτημένες πολιτικές προτάσεις: πώς θα προχωρήσει η χώρα από εδώ και πέρα, ποιες θα είναι οι προτεραιότητές της, πώς θα απαντηθούν οι νέες προκλήσεις, η κλιματική αλλαγή, οι δύο πόλεμοι στον ελληνικό περίγυρο, στον Βορρά και τον Νότο, το Μεταναστευτικό, το Κράτος Δικαίου, η άνοδος της Ακροδεξιάς, η κοινωνική προστασία με αιχμή την Υγεία, η διαφθορά, η δικαιότερη αναδιανομή του πλούτου, που σήμερα βρίσκεται υπερσυγκεντρωμένος σε λίγες επιχειρηματικές οικογένειες ή και σε απατεώνες.
Ολα αυτά πρέπει να απαντηθούν πειστικά και πιεστικά αν θέλει το ΠΑΣΟΚ να επανέλθει σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Διότι οι σημερινοί ψηφοφόροι διαφέρουν από εκείνους της κρίσης. Αυτοί οι τελευταίοι, χαμένοι μέσα στο χάος της καταστροφής, ήταν έτοιμοι να δεχτούν ότι «λεφτά υπάρχουν», ότι κάποιος μπορεί να σκίσει τα μνημόνια και να τα καταργήσει «με ένα νόμο και ένα άρθρο», ή ότι τα φληναφήματα στα Ζάππεια μπορούσαν να αποκτήσουν περιεχόμενο. Αλλά η εποχή των παραμυθιών, των παραμυθάδων και των παραμυθιασμένων έχει οριστικά παρέλθει μετά την κρίση και την επιστροφή στη κανονικότητα. Και εκδηλώνεται η αλλαγή αυτή με την καθίζηση των συστημικών κομμάτων, την άνοδο των αντισυστημικών και κυρίως της Ακροδεξιάς, αλλά πάνω απ’ όλα με την αποχή από τις κάλπες.
Παρακολουθώ αυτό τον καιρό τις δημοσκοπήσεις και τα ποσοστά που δίνουν σε υποψήφιους προέδρους του ΠΑΣΟΚ. Ομολογώ ότι δεν πείθομαι. Και δεν πείθομαι κυρίως διότι ουδείς μπορεί να γνωρίζει ποιοι και με ποιο σκεπτικό θα είναι αυτοί που θα προσέλθουν στις κάλπες, ποιο δηλαδή θα είναι το εκλεκτορικό σώμα. Θα είναι εν στενή εννοία οπαδοί και ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ έχοντες σχέση και με τους κομματικούς μηχανισμούς του; Στην περίπτωση αυτή πιθανότερος να επικρατήσει είναι ο κ. Νίκος Ανδρουλάκης.
Θα είναι και ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ ή περιφερόμενοι στις παρυφές ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ; Τότε θα εμφανιστούν ιδιαίτερα αυξημένα τα ποσοστά του κ. Δούκα, ο οποίος έχει κάνει ανοίγματα προς την Αριστερά -ακόμη και στην εξωκοινοβουλευτική- και βρίσκεται κοντά σε συνεργασίες με τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα είναι ψηφοφόροι από τους χώρους του εκσυγχρονιστικού σημιτικού ΠΑΣΟΚ, του Κέντρου και της Κεντροδεξιάς, μεταξύ αυτών και πολλοί από αυτούς που συνειδητά επέλεξαν την αποχή; Τότε ευνοημένοι θα αποδειχθούν η κυρία Διαμαντοπούλου και ο κ. Γερουλάνος.
Εδώ ακριβώς λοιπόν βρίσκεται το μεγάλο ερώτημα των είκοσι επόμενων ημερών: Ποιοι είναι αυτοί και με ποιο σκεπτικό θα φτάσουν στις κάλπες για την εκλογή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ; Και το πρόβλημα είναι με ποιον τρόπο και ποια επιχειρήματα θα απευθυνθούν οι υποψήφιοι σε αυτές τις ετερόκλητες και αενάως μετακινούμενες κοινωνικές ομάδες που αναζητούν λύσεις στα σημερινά τους προβλήματα και ελπίδες για το μέλλον των ίδιων και των παιδιών τους. Ποιος, με άλλα λόγια, θα μπορέσει να συνθέσει καλύτερα και αποτελεσματικότερα μία σαφή, πειστική και πραγματοποιήσιμη πολιτική πρόταση για τον δρόμο προς τις εκλογές του 2027.
Είναι το ΠΑΣΟΚ το κόμμα που πλήρωσε βαρύτερο πολιτικό κόστος από εκείνο που πράγματι του αναλογούσε για την υπερδεκαετή μείζονα κρίση 2009-2019, με δεδομένο τον πλήρη οικονομικό εκτροχιασμό που είχε παραλάβει από την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Και επίσης δεδομένες τις σκληρές επιθέσεις και την υπονόμευση που δέχθηκε από τη Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά και τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα όταν προσπαθούσε να διασώσει ό,τι μπορούσε να διασωθεί από τη μνημονιακή θύελλα. Ετσι, το ΠΑΣΟΚ των 3 εκατομμυρίων ψηφοφόρων του 2009 βρέθηκε με λιγότερους από 300.000 το 2015, από το 43,92% στο 4,68%.
Παρ'› όλα ταύτα επιβίωσε -συγκρατήθηκε μεν σε χαμηλά ποσοστά αντιμετωπίζοντας και διαλυτικά φαινόμενα- και διατήρησε την πολιτική παρουσία του, ενώ τώρα βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα ενδεχόμενο νέο ξεκίνημα. Και το ερώτημα είναι τι θα είναι αυτό το νέο ξεκίνημα, ποιο θα είναι το περιεχόμενο και το αφήγημά του και ποιος θα κληθεί από την κάλπη να το υπηρετήσει.
Ηδη σήμερα οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης, ανάκαμψης όμως οριακής. Και αυτή η οριακή ανάκαμψη δείχνει ότι το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να επανέλθει σε πρωταγωνιστικό ρόλο στον βαθμό που απλώς θα περιμένει να εισπράξει από την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και τη φθορά της Νέας Δημοκρατίας, καθώς οι μεγάλες εκροές από τα κόμματα αυτά δεν συνοδεύονται από αντίστοιχες εισροές στο ΠΑΣΟΚ. Με άλλα λόγια, το ζητούμενο σήμερα από το ΠΑΣΟΚ είναι ένα νέο πολιτικό αφήγημα, μία νέα κυβερνητική πρόταση, ένα νέο πρόγραμμα. Μία απάντηση σε αυτό που σε όλες τις δημοσκοπήσεις δηλώνουν οι ερωτώμενοι και φανερώνει την αίσθηση που κυριαρχεί σήμερα στην ελληνική κοινωνία: απογοήτευση, ανασφάλεια, φόβος, θυμός.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι συγκεκριμένες και συγκροτημένες πολιτικές προτάσεις: πώς θα προχωρήσει η χώρα από εδώ και πέρα, ποιες θα είναι οι προτεραιότητές της, πώς θα απαντηθούν οι νέες προκλήσεις, η κλιματική αλλαγή, οι δύο πόλεμοι στον ελληνικό περίγυρο, στον Βορρά και τον Νότο, το Μεταναστευτικό, το Κράτος Δικαίου, η άνοδος της Ακροδεξιάς, η κοινωνική προστασία με αιχμή την Υγεία, η διαφθορά, η δικαιότερη αναδιανομή του πλούτου, που σήμερα βρίσκεται υπερσυγκεντρωμένος σε λίγες επιχειρηματικές οικογένειες ή και σε απατεώνες.
Ολα αυτά πρέπει να απαντηθούν πειστικά και πιεστικά αν θέλει το ΠΑΣΟΚ να επανέλθει σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Διότι οι σημερινοί ψηφοφόροι διαφέρουν από εκείνους της κρίσης. Αυτοί οι τελευταίοι, χαμένοι μέσα στο χάος της καταστροφής, ήταν έτοιμοι να δεχτούν ότι «λεφτά υπάρχουν», ότι κάποιος μπορεί να σκίσει τα μνημόνια και να τα καταργήσει «με ένα νόμο και ένα άρθρο», ή ότι τα φληναφήματα στα Ζάππεια μπορούσαν να αποκτήσουν περιεχόμενο. Αλλά η εποχή των παραμυθιών, των παραμυθάδων και των παραμυθιασμένων έχει οριστικά παρέλθει μετά την κρίση και την επιστροφή στη κανονικότητα. Και εκδηλώνεται η αλλαγή αυτή με την καθίζηση των συστημικών κομμάτων, την άνοδο των αντισυστημικών και κυρίως της Ακροδεξιάς, αλλά πάνω απ’ όλα με την αποχή από τις κάλπες.
Παρακολουθώ αυτό τον καιρό τις δημοσκοπήσεις και τα ποσοστά που δίνουν σε υποψήφιους προέδρους του ΠΑΣΟΚ. Ομολογώ ότι δεν πείθομαι. Και δεν πείθομαι κυρίως διότι ουδείς μπορεί να γνωρίζει ποιοι και με ποιο σκεπτικό θα είναι αυτοί που θα προσέλθουν στις κάλπες, ποιο δηλαδή θα είναι το εκλεκτορικό σώμα. Θα είναι εν στενή εννοία οπαδοί και ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ έχοντες σχέση και με τους κομματικούς μηχανισμούς του; Στην περίπτωση αυτή πιθανότερος να επικρατήσει είναι ο κ. Νίκος Ανδρουλάκης.
Θα είναι και ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ ή περιφερόμενοι στις παρυφές ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ; Τότε θα εμφανιστούν ιδιαίτερα αυξημένα τα ποσοστά του κ. Δούκα, ο οποίος έχει κάνει ανοίγματα προς την Αριστερά -ακόμη και στην εξωκοινοβουλευτική- και βρίσκεται κοντά σε συνεργασίες με τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα είναι ψηφοφόροι από τους χώρους του εκσυγχρονιστικού σημιτικού ΠΑΣΟΚ, του Κέντρου και της Κεντροδεξιάς, μεταξύ αυτών και πολλοί από αυτούς που συνειδητά επέλεξαν την αποχή; Τότε ευνοημένοι θα αποδειχθούν η κυρία Διαμαντοπούλου και ο κ. Γερουλάνος.
Εδώ ακριβώς λοιπόν βρίσκεται το μεγάλο ερώτημα των είκοσι επόμενων ημερών: Ποιοι είναι αυτοί και με ποιο σκεπτικό θα φτάσουν στις κάλπες για την εκλογή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ; Και το πρόβλημα είναι με ποιον τρόπο και ποια επιχειρήματα θα απευθυνθούν οι υποψήφιοι σε αυτές τις ετερόκλητες και αενάως μετακινούμενες κοινωνικές ομάδες που αναζητούν λύσεις στα σημερινά τους προβλήματα και ελπίδες για το μέλλον των ίδιων και των παιδιών τους. Ποιος, με άλλα λόγια, θα μπορέσει να συνθέσει καλύτερα και αποτελεσματικότερα μία σαφή, πειστική και πραγματοποιήσιμη πολιτική πρόταση για τον δρόμο προς τις εκλογές του 2027.
Π. Λουκάκος-ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.