Η ερώτηση στη σχετική δημοσκόπηση ήταν υποθετική ενδεχομένως και παραπλανητική για όσους θα ήθελαν να την πάρουν κυριολεκτικά
Παρόλα αυτά είναι άξιο σχολιασμού το ότι στο δίλημμα Μητσοτάκης ή χάος 
το 40% των ερωτηθέντων επιλέγει χάος. Αντιθέτως Μητσοτάκη επιλέγει μόλις
 το 30%. Μπορούμε να βγάλουμε τρία συμπεράσματα.
Το πρώτο ότι για μια μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων το επιχείρημα της κυβέρνησης για την ανάγκη ισχυρής κυβέρνησης και πολιτικής σταθερότητας δεν λειτουργεί.
Το δεύτερο ότι το ποσοστό των πολιτών που επιθυμούν πολιτική αλλαγή είναι μεγαλύτερο από όσους επιθυμούν τη συνέχεια.
Το τρίτο ότι ένα κόμμα ή ένας πολιτικός αρχηγός ο οποίος θα μπορούσε να ενώσει την αντιπολίτευση και να εμπνεύσει όσους επιθυμούν την με οποιοδήποτε κόστος αλλαγή κυβέρνησης θα κέρδιζε τις εκλογές.
Αυτό το τελευταίο φαίνεται ότι εμπνέει και τον Αλέξη Τσίπρα. Ο ίδιος είναι εξαιρετικά φειδωλός με το πολιτικό του σκεπτικό. Ευτυχώς υπάρχουν οι συνεργάτες του που μας διαφωτίζουν. Ένας εξ αυτών, ο Γιάννης Δρόσος, μέλος της επιτροπής των σοφών του πρώην πρωθυπουργού, σε πρόσφατο άρθρο του, έδωσε μια καλή ερμηνεία για τις κινήσεις του. Προ καιρού, γράφει, ο Σύριζα και η Νέα Αριστερά μπορούσαν να σχηματίσουν ενιαία κοινοβουλευτική ομάδα και να ανακτήσουν τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αντ αυτού επιδόθηκαν σε «βυζαντινές δολιχοδρομίες» αναλώνοντας την πολιτική και προσωπική τους αξιοπιστία.
Έχουν κατά συνέπεια εξαντλήσει την ιστορική τους δυναμική. Ως νέος Ιερεμίας μάλιστα το λέει παραστατικά μεταφέροντας τον λόγο του Ευαγγελίου: «παν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται». Και ο Νίκος Μαραντζίδης, συνοδοιπόρος και αυτός στην επιτροπή σοφών, συμπληρώνει: «ο Σύριζα έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις κάποιων πως ο Τσίπρας ήταν η μόνη συγκολλητική ουσία αυτού του κόμματος».
 
Εντάξει καταλάβαμε. Ο Τσίπρας λέει στους πρώην συντρόφους του σας βαρέθηκα με τις μικρότητες και τους ανταγωνισμούς σας. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν» λοιπόν και θα το κάνει με τους δικούς μου όρους. Διότι, όπως μας εξηγεί ο Μαραντζίδης, αυτός μόνο έχει το «χάρισμα» και μπορεί να κάνει αυτό που λίγοι έλληνες πολιτικοί κατάφεραν: να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο μετά την αποχώρηση του από την πρωθυπουργία.
 
Μεγάλες προσδοκίες για τις οποίες είναι προφανές πως δεν αρκεί να μαζέψει τα ρετάλια του Σύριζα. Μπορεί να ελπίζει σε κάποιους λίγους ψήφους από το ΠΑΣΟΚ το οποίο ξαφνικά εμφανίζεται ιδιαίτερα ευάλωτο, και πάλι όμως δεν επαρκούν. Άλλωστε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτικό σε πιο δύσκολες εποχές. Δεν θα του παραδοθεί σήμερα. Αν θέλει λοιπόν να αποτελέσει εναλλακτική λύση στον Μητσοτάκη θα πρέπει να ανοιχθεί στη θάλασσα του 40% του χάους. Κι εκεί αρχίζουν τα προβλήματα.
Το 2015 κατάφερε να οδηγήσει τον Σύριζα στην εξουσία, έστω χωρίς αυτοδυναμία, επικεφαλής ενός κινήματος διαμαρτυρίας για τα μνημόνια. Οι αντιδράσεις ήταν ως ένα βαθμό αυθόρμητες και δεν περιορίζονταν στην αριστερά, ο Τσίπρας ωστόσο μπόρεσε να το εκμεταλλευθεί με μια πλειοδοσία σε τοξικότητα και ανεδαφικές υποσχέσεις. Το ότι έπεισε τους πολίτες ενάντια σε κάθε λογική πως θα καταργούσε τις μνημονιακές υποχρεώσεις με ένα νόμο και ένα άρθρο προϋπέθετε ομολογουμένως επικοινωνιακό τουλάχιστον χάρισμα. Σήμερα ωστόσο γιατί να τον ψηφίσουν;
 
Ένας λόγος θα μπορούσε να είναι η νοσταλγία. Υπάρχει ωστόσο κάποιος που νοσταλγεί εκείνη την περίοδο; Γι αυτούς οι οποίοι τον είχαν ψηφίσει και κατ εξοχήν για όσους σήμερα επιλέγουν το χάος, μάλλον το αντίθετο ισχύει. Η περίοδος Σύριζα ήταν και παραμένει η περίοδος της μεγάλης προδοσίας.
 
Μας λένε βέβαια ότι ο Τσίπρας θα οργώσει όλη την Ελλάδα για να δημιουργήσει ένα καινούργιο κίνημα ανανέωσης και εξυγίανσης «από τα κάτω». Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι πρόκειται για λόγια του αέρα, για τον γνωστό ξύλινο αριστερό λόγο.
Υπάρχει ωστόσο ένας πρόσθετος λόγος για τον οποίο μια τέτοια προοπτική βρίσκεται στη σφαίρα της φαντασίας. Αυτό το κίνημα υπάρχει ως διάθεση μέσα στην κοινωνία, ορίζεται από την οργή, έχει πιστέψει στα σενάρια συνωμοσίας για το ξυλόλιο κι έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στους πολιτικούς, τα κόμματα και τους θεσμούς. Εμπνέεται περισσότερο ωστόσο από πολιτικούς όπως ο Βελόπουλος και η Κωνσταντοπούλου κι είναι περισσότερο έτοιμο να ακολουθήσει την Καρυστιανού. Δεν περιμένει τον Τσίπρα μετά από μια διετία ουσιαστικής πολιτικής απουσίας να εμφανιστεί ως από μηχανής Θεός για να το αρμέξει. Ιδίως ίσως μετά το περίφημο rebranding, τις επιτροπές σοφών και τις καθέδρας ομιλίες για την εξωτερική πολιτική που ενισχύουν την εικόνα του ως πολιτικού του συστήματος. Αυτή είναι κατά κάποιο τρόπο και η θεμελιώδης αντίφαση που εξακολουθεί να κυνηγά τον Τσίπρα. Για έναν κόσμο το μοναδικό προσόν του είναι ότι αποδείχθηκε ρεαλιστής, έκανε την κωλοτούμπα και τήρησε απαρέγκλιτα τους σκληρούς όρους του δικού του μνημονίου. Για πολλούς άλλους όμως ακόμα και από τους δικούς του ψηφοφόρους, πρόκειται για το αμάρτημα που δεν του συγχωρούν.
Το πρώτο ότι για μια μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων το επιχείρημα της κυβέρνησης για την ανάγκη ισχυρής κυβέρνησης και πολιτικής σταθερότητας δεν λειτουργεί.
Το δεύτερο ότι το ποσοστό των πολιτών που επιθυμούν πολιτική αλλαγή είναι μεγαλύτερο από όσους επιθυμούν τη συνέχεια.
Το τρίτο ότι ένα κόμμα ή ένας πολιτικός αρχηγός ο οποίος θα μπορούσε να ενώσει την αντιπολίτευση και να εμπνεύσει όσους επιθυμούν την με οποιοδήποτε κόστος αλλαγή κυβέρνησης θα κέρδιζε τις εκλογές.
Αυτό το τελευταίο φαίνεται ότι εμπνέει και τον Αλέξη Τσίπρα. Ο ίδιος είναι εξαιρετικά φειδωλός με το πολιτικό του σκεπτικό. Ευτυχώς υπάρχουν οι συνεργάτες του που μας διαφωτίζουν. Ένας εξ αυτών, ο Γιάννης Δρόσος, μέλος της επιτροπής των σοφών του πρώην πρωθυπουργού, σε πρόσφατο άρθρο του, έδωσε μια καλή ερμηνεία για τις κινήσεις του. Προ καιρού, γράφει, ο Σύριζα και η Νέα Αριστερά μπορούσαν να σχηματίσουν ενιαία κοινοβουλευτική ομάδα και να ανακτήσουν τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αντ αυτού επιδόθηκαν σε «βυζαντινές δολιχοδρομίες» αναλώνοντας την πολιτική και προσωπική τους αξιοπιστία.
Έχουν κατά συνέπεια εξαντλήσει την ιστορική τους δυναμική. Ως νέος Ιερεμίας μάλιστα το λέει παραστατικά μεταφέροντας τον λόγο του Ευαγγελίου: «παν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται». Και ο Νίκος Μαραντζίδης, συνοδοιπόρος και αυτός στην επιτροπή σοφών, συμπληρώνει: «ο Σύριζα έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις κάποιων πως ο Τσίπρας ήταν η μόνη συγκολλητική ουσία αυτού του κόμματος».
Εντάξει καταλάβαμε. Ο Τσίπρας λέει στους πρώην συντρόφους του σας βαρέθηκα με τις μικρότητες και τους ανταγωνισμούς σας. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν» λοιπόν και θα το κάνει με τους δικούς μου όρους. Διότι, όπως μας εξηγεί ο Μαραντζίδης, αυτός μόνο έχει το «χάρισμα» και μπορεί να κάνει αυτό που λίγοι έλληνες πολιτικοί κατάφεραν: να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο μετά την αποχώρηση του από την πρωθυπουργία.
Μεγάλες προσδοκίες για τις οποίες είναι προφανές πως δεν αρκεί να μαζέψει τα ρετάλια του Σύριζα. Μπορεί να ελπίζει σε κάποιους λίγους ψήφους από το ΠΑΣΟΚ το οποίο ξαφνικά εμφανίζεται ιδιαίτερα ευάλωτο, και πάλι όμως δεν επαρκούν. Άλλωστε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτικό σε πιο δύσκολες εποχές. Δεν θα του παραδοθεί σήμερα. Αν θέλει λοιπόν να αποτελέσει εναλλακτική λύση στον Μητσοτάκη θα πρέπει να ανοιχθεί στη θάλασσα του 40% του χάους. Κι εκεί αρχίζουν τα προβλήματα.
Το 2015 κατάφερε να οδηγήσει τον Σύριζα στην εξουσία, έστω χωρίς αυτοδυναμία, επικεφαλής ενός κινήματος διαμαρτυρίας για τα μνημόνια. Οι αντιδράσεις ήταν ως ένα βαθμό αυθόρμητες και δεν περιορίζονταν στην αριστερά, ο Τσίπρας ωστόσο μπόρεσε να το εκμεταλλευθεί με μια πλειοδοσία σε τοξικότητα και ανεδαφικές υποσχέσεις. Το ότι έπεισε τους πολίτες ενάντια σε κάθε λογική πως θα καταργούσε τις μνημονιακές υποχρεώσεις με ένα νόμο και ένα άρθρο προϋπέθετε ομολογουμένως επικοινωνιακό τουλάχιστον χάρισμα. Σήμερα ωστόσο γιατί να τον ψηφίσουν;
Ένας λόγος θα μπορούσε να είναι η νοσταλγία. Υπάρχει ωστόσο κάποιος που νοσταλγεί εκείνη την περίοδο; Γι αυτούς οι οποίοι τον είχαν ψηφίσει και κατ εξοχήν για όσους σήμερα επιλέγουν το χάος, μάλλον το αντίθετο ισχύει. Η περίοδος Σύριζα ήταν και παραμένει η περίοδος της μεγάλης προδοσίας.
Μας λένε βέβαια ότι ο Τσίπρας θα οργώσει όλη την Ελλάδα για να δημιουργήσει ένα καινούργιο κίνημα ανανέωσης και εξυγίανσης «από τα κάτω». Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι πρόκειται για λόγια του αέρα, για τον γνωστό ξύλινο αριστερό λόγο.
Υπάρχει ωστόσο ένας πρόσθετος λόγος για τον οποίο μια τέτοια προοπτική βρίσκεται στη σφαίρα της φαντασίας. Αυτό το κίνημα υπάρχει ως διάθεση μέσα στην κοινωνία, ορίζεται από την οργή, έχει πιστέψει στα σενάρια συνωμοσίας για το ξυλόλιο κι έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στους πολιτικούς, τα κόμματα και τους θεσμούς. Εμπνέεται περισσότερο ωστόσο από πολιτικούς όπως ο Βελόπουλος και η Κωνσταντοπούλου κι είναι περισσότερο έτοιμο να ακολουθήσει την Καρυστιανού. Δεν περιμένει τον Τσίπρα μετά από μια διετία ουσιαστικής πολιτικής απουσίας να εμφανιστεί ως από μηχανής Θεός για να το αρμέξει. Ιδίως ίσως μετά το περίφημο rebranding, τις επιτροπές σοφών και τις καθέδρας ομιλίες για την εξωτερική πολιτική που ενισχύουν την εικόνα του ως πολιτικού του συστήματος. Αυτή είναι κατά κάποιο τρόπο και η θεμελιώδης αντίφαση που εξακολουθεί να κυνηγά τον Τσίπρα. Για έναν κόσμο το μοναδικό προσόν του είναι ότι αποδείχθηκε ρεαλιστής, έκανε την κωλοτούμπα και τήρησε απαρέγκλιτα τους σκληρούς όρους του δικού του μνημονίου. Για πολλούς άλλους όμως ακόμα και από τους δικούς του ψηφοφόρους, πρόκειται για το αμάρτημα που δεν του συγχωρούν.
 Παντ. Καψής-ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.