Η ΔΙΑΜΑΧΗ ανάμεσα στους «ειδικούς» και τους μη ειδικούς δεν είναι νέα στην πολιτική. Είθισται, πάντως, να είναι οξύτερη στην εξωτερική πολιτική, ανάμεσα σε διπλωμάτες και στρατιωτικούς, δηλαδή τεχνοκράτες, από τη μια, που συνήθως βλέπουν το δέντρο και πολιτικούς, από την άλλη, που έχουν μάθει να βλέπουν το δάσος. ΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ αυτή επανέφερε με τη χθεσινή νέα παρέμβασή του ο Δημήτρης Τσάτσος, υποστηρίζοντας ούτε λίγο ούτε πολύ ότι άποψη για την ακατάσχετη προεδρολογία δικαιούνται οι συνταγματολόγοι και οι γνωρίζοντες και όχι συγκεκριμένα μέλη του πολιτικού προσωπικού και κατ΄ επάγγελμα σχολιαστές με γνωστές κομματικές προτιμήσεις.
Η ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ του Τσάτσου περί ηθικής του πολιτικού λόγου ενδεχομένως να μην έμοιαζε τόσο άκαιρη αν επρόκειτο για τον διάλογο μιας επιστημονικής κλίκας στο πλαίσιο ενός επιστημονικού συνεδρίου και όχι ενώπιον της ελληνικής κοινωνίας. Ή αν η χώρα δεν βρισκόταν μπροστά σε μεγάλα αδιέξοδα με μια κυβέρνηση που επιχειρεί να παραμείνει στην εξουσία με οποιοδήποτε κόστος.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, όπου όλοι έχουν άποψη για τα πάντα, από τους σεισμούς μέχρι τους φόρους και τη νέα γρίπη, είναι μάλλον χαμένος κόπος να προσπαθήσει κανείς να αποκλείσει τους «χωρίς γνώσεις συνταγματολογούντες» (κατά τον γνωστό συνταγματολόγο) από μία κατ΄ εξοχήν πολιτική συζήτηση.
ΙΣΩΣ ΟΙ μη ειδικοί να μη δικαιούνταν άποψη αν επρόκειτο για φιλολογική συζήτηση που είχε αναπτυχθεί σε χρόνο ανεξάρτητο και όχι την ώρα που μια κυβέρνηση καταρρέει κάνοντας πως δεν καταλαβαίνει ότι πρέπει να αποχωρήσει.
ΜΠΟΡΕΙ, ΠΑΛΙ, ο Δημήτρης Τσάτσος να έχει δίκιο όταν χαρακτηρίζει παρακμιακό φαινόμενο το ότι κάποιοι δεν αντέχουν τον δημόσιο επιστημονικό διάλογο. Μόνο που το πρόβλημα τη δεδομένη στιγμή δεν είναι οι όροι του διαλόγου μεταξύ επιστήμης και πολιτικής.
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ θα μπορούσε κάλλιστα να αντιστραφεί: τι γυρεύουν οι συνταγματολόγοι σε ένα αμιγώς πολιτικό θέμα; Κι αν η συζήτηση είναι συνταγματική, γιατί δεν μιλούσαν τόσο καιρό και μιλούν τώρα; Η απάντηση ίσως να αποτελεί δείγμα ότι στην Ελλάδα δεν είναι μόνο ο πολιτικός διάλογος που βρίσκεται σε παρακμή.
Αρ. Πελώνη -ΤΑ ΝΕΑ
Η ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ του Τσάτσου περί ηθικής του πολιτικού λόγου ενδεχομένως να μην έμοιαζε τόσο άκαιρη αν επρόκειτο για τον διάλογο μιας επιστημονικής κλίκας στο πλαίσιο ενός επιστημονικού συνεδρίου και όχι ενώπιον της ελληνικής κοινωνίας. Ή αν η χώρα δεν βρισκόταν μπροστά σε μεγάλα αδιέξοδα με μια κυβέρνηση που επιχειρεί να παραμείνει στην εξουσία με οποιοδήποτε κόστος.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, όπου όλοι έχουν άποψη για τα πάντα, από τους σεισμούς μέχρι τους φόρους και τη νέα γρίπη, είναι μάλλον χαμένος κόπος να προσπαθήσει κανείς να αποκλείσει τους «χωρίς γνώσεις συνταγματολογούντες» (κατά τον γνωστό συνταγματολόγο) από μία κατ΄ εξοχήν πολιτική συζήτηση.
ΙΣΩΣ ΟΙ μη ειδικοί να μη δικαιούνταν άποψη αν επρόκειτο για φιλολογική συζήτηση που είχε αναπτυχθεί σε χρόνο ανεξάρτητο και όχι την ώρα που μια κυβέρνηση καταρρέει κάνοντας πως δεν καταλαβαίνει ότι πρέπει να αποχωρήσει.
ΜΠΟΡΕΙ, ΠΑΛΙ, ο Δημήτρης Τσάτσος να έχει δίκιο όταν χαρακτηρίζει παρακμιακό φαινόμενο το ότι κάποιοι δεν αντέχουν τον δημόσιο επιστημονικό διάλογο. Μόνο που το πρόβλημα τη δεδομένη στιγμή δεν είναι οι όροι του διαλόγου μεταξύ επιστήμης και πολιτικής.
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ θα μπορούσε κάλλιστα να αντιστραφεί: τι γυρεύουν οι συνταγματολόγοι σε ένα αμιγώς πολιτικό θέμα; Κι αν η συζήτηση είναι συνταγματική, γιατί δεν μιλούσαν τόσο καιρό και μιλούν τώρα; Η απάντηση ίσως να αποτελεί δείγμα ότι στην Ελλάδα δεν είναι μόνο ο πολιτικός διάλογος που βρίσκεται σε παρακμή.
Αρ. Πελώνη -ΤΑ ΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.