Η σωστή λειτουργία της Δημοκρατίας στηρίζεται στην ύπαρξη κομμάτων με διακριτές ιδεολογικές θέσεις, ώστε ο πολίτης να έχει τη δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε ουσιαστικά διαφορετικές πολιτικές προτάσεις. (Το ότι η ιδεολογία πρέπει να βρίσκεται σε αντιστοιχία με την πράξη, το θεωρώ φυσικά αυτονόητο· άλλο αν, όπως πολλά αυτονόητα στην Ελλάδα, σπανίως ισχύει). Σύμφωνα με την αρχή αυτή, το μεγαλύτερο πολιτικό μας πρόβλημα είναι η ανυπαρξία πραγματικής ιδεολογικής διαφοράς ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, τα κόμματα δηλαδή που εκφράζουν εκλογικά τέσσερις στους πέντε Ελληνες.
Η ιδεολογική ισοπέδωση αποτελεί έκφραση της γενικότερης κρίσης αξιών που βασανίζει την κοινωνία μας, της οποίας η οικονομική δεν αποτελεί παρά μέρος. Για να αντιμετωπισθεί η κρίση, λοιπόν, πρέπει να ξεκαθαρίσει η πλειοψηφία των πολιτών, μέσω και των κομμάτων που την εκφράζουν, τις ιδέες της. Αλλιώς, αργά ή γρήγορα, θα πνιγούμε όλοι μαζί στον άχρωμο χυλό του βαθιά αήθους, οπορτουνιστικού λαϊκισμού, που αποτελεί τη μόνη πραγματική ιδεολογία των περισσότερων πολιτικών μας.
Πιστεύω ότι η πιο επείγουσα ανάγκη στο ξεκαθάρισμα του ιδεολογικού τοπίου είναι ο αυτοπροσδιορισμός του πολιτικού χώρου που αποκαλείται συμβατικά «Δεξιά». Κι αυτό γιατί, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η Δεξιά αποτελεί το σημείο αναφοράς όλου του πολιτικού φάσματος: τα κόμματα που βρίσκονται αριστερά της ορίζουν τη φυσιογνωμία τους ως απόσταση από αυτήν, ενώ όσα είναι από την άλλη διεκδικούν την πελατεία της, εμφανιζόμενα ως «πραγματική Δεξιά». Την ανάγκη αποτελεσματικού αυτοπροσδιορισμού της ελληνικής Δεξιάς την καθιστά περισσότερο επείγουσα η βαθιά ιδεολογική σύγχυση στην οποία βρίσκεται, εδώ και δεκαετίες.
Η σύγχυση έχει ιστορική αφετηρία. Μέχρι την απριλιανή δικτατορία, η Δεξιά στηριζόταν σε δύο πυλώνες: αντικομμουνισμό και φιλομοναρχία. Ομως, με τη Μεταπολίτευση, οι δύο πυλώνες γκρεμίστηκαν, ο πρώτος τον Ιούλιο του 1974, με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, κι ο δεύτερος τον Δεκέμβριο, με το δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Οσοι θυμούνται εκείνα τα χρόνια, γνωρίζουν ότι το γκρέμισμα αυτό δεν ήταν αυτονόητο παρεπόμενο της Μεταπολίτευσης. Χρειαζόταν πολιτικός μεγάλου αναστήματος για να το επιβάλει. Κατά ιστορική ειρωνεία, αυτός ήταν η σημαντικότερη προσωπικότητα της ελληνικής Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Ο Καραμανλής ήταν άνθρωπος των έργων, όχι των λόγων, κι αυτό ήταν το βασικότερο προσόν του. Ηταν όμως και η αχίλλειος πτέρνα του: η αδιαφορία του να δώσει στη Δεξιά ένα νέο ιδεολογικό στίγμα στη θέση αυτού που της αφαίρεσε, πέραν του φιλοδυτικού προσανατολισμού, ήταν το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος του. Η ιδεολογική γύμνια φάνηκε ξεκάθαρα ήδη το 1981, όταν το ΠΑΣΟΚ, κόμμα αρχικά σαφώς αριστερότερο της προδικτατορικής Ενωσης Κέντρου, απορρόφησε όλους τους ψηφοφόρους της που είχαν στηρίξει μεταδικτατορικά τον Καραμανλή.
Πώς έγινε αυτό; Ο Ανδρέας Παπανδρέου κέρδισε τους κεντρώους με ένα συγκλονιστικά αποτελεσματικό σύνθημα: «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά». Το σύνθημα λειτούργησε αόρατα, υποδόρια, πέρα και πίσω από αυτό που φαίνεται να δηλώνει επιφανειακά, ότι δηλαδή ο ελληνικός λαός απεχθάνεται τη Δεξιά. (Αυτό άλλωστε είναι προφανώς ψευδές, αφού ο λαός περιλαμβάνει και τη Δεξιά, και ενίοτε σε μεγάλα ποσοστά: το 1974, ο Καραμανλής είχε εκλεγεί με 54,4 τοις εκατό.) Οχι. Η κρυφή δύναμη του συνθήματος δεν βρίσκεται στις μεγάλες λέξεις, «Λαός» και «Δεξιά», αλλά στο φαινομενικά αθώο «σημαίνει». Η νέα Δεξιά του Καραμανλή ήταν πανδύσκολος αντίπαλος, οπότε ο Ανδρέας ανέστησε και έβαλε στη θέση της την παλιά! Με το σύνθημά του, ο Ανδρέας όρισε το νόημα της έννοιας «Δεξιά» κατά τα γούστα του, διαγράφοντας διαμιάς τα μεταπολιτευτικά επιτεύγματα του Καραμανλή, και υποβάλλοντας την ιδέα ότι η Δεξιά είναι («σημαίνει») αυτό που ήταν προ-δικτατορικά: η Δεξιά της υπακοής στο κελεύσματα του Παλατιού, δηλαδή -στη νέα εκδοχή- των ξένων, η Δεξιά της μισαλλοδοξίας και των διώξεων. Ετσι, το 1981 οι Ελληνες δεν υπερψήφισαν τόσο το (ουσιαστικά άγνωστό τους) ΠΑΣΟΚ, όσο καταψήφισαν ένα βρικόλακα, που ο Ανδρέας τους έπεισε ότι είχε βγει από τον τάφο.
Κι ο μεν Ανδρέας τη δουλειά του έκανε, και την έκανε άριστα. Ομως η Νέα Δημοκρατία τι έχει κάνει, από το 1981, για να αποκτήσει ένα σοβαρό ιδεολογικό πρόσωπο, που θα αναπληρώσει το προδικτατορικό, που ακύρωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής; Τι έχει κάνει για να δώσει στους Ελληνες μια πειστική ιδεολογική εναλλακτική στα ξοφλημένα μεταδικτατορικά ιδεολογήματα της Αριστεράς; Φοβούμαι τίποτε. Ή, μάλλον, κάτι ακόμη λιγότερο: αντί να προοδεύει, συνεχώς χειροτερεύει. Αντί να δημιουργήσει ένα ουσιαστικό και συνεπές όραμα για τη συντηρητική παράταξη, αναμασά κοινοτοπίες, ωραιοποιεί τα αντικοινωνικά αιτήματα των άθλιων συντεχνιών της, προσπαθεί -και δυστυχώς συχνά τα καταφέρνει- να ξεπερνά σε λαϊκισμό ακόμη και το λεγόμενο «βαθύ ΠΑΣΟΚ».
Το πρόβλημα λοιπόν της σημερινής Δεξιάς δεν είναι αυτό που της δημιούργησε ο Ανδρέας, το 1981, ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει». Το πρόβλημά της είναι ότι έχει ξεχάσει τι σημαίνει, αυτή η ίδια.
Tου Αποστολου Δοξιαδη-ΚαθημερινήΟ κ. Απόστολος Δοξιάδης είναι συγγραφέας.
Η ιδεολογική ισοπέδωση αποτελεί έκφραση της γενικότερης κρίσης αξιών που βασανίζει την κοινωνία μας, της οποίας η οικονομική δεν αποτελεί παρά μέρος. Για να αντιμετωπισθεί η κρίση, λοιπόν, πρέπει να ξεκαθαρίσει η πλειοψηφία των πολιτών, μέσω και των κομμάτων που την εκφράζουν, τις ιδέες της. Αλλιώς, αργά ή γρήγορα, θα πνιγούμε όλοι μαζί στον άχρωμο χυλό του βαθιά αήθους, οπορτουνιστικού λαϊκισμού, που αποτελεί τη μόνη πραγματική ιδεολογία των περισσότερων πολιτικών μας.
Πιστεύω ότι η πιο επείγουσα ανάγκη στο ξεκαθάρισμα του ιδεολογικού τοπίου είναι ο αυτοπροσδιορισμός του πολιτικού χώρου που αποκαλείται συμβατικά «Δεξιά». Κι αυτό γιατί, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η Δεξιά αποτελεί το σημείο αναφοράς όλου του πολιτικού φάσματος: τα κόμματα που βρίσκονται αριστερά της ορίζουν τη φυσιογνωμία τους ως απόσταση από αυτήν, ενώ όσα είναι από την άλλη διεκδικούν την πελατεία της, εμφανιζόμενα ως «πραγματική Δεξιά». Την ανάγκη αποτελεσματικού αυτοπροσδιορισμού της ελληνικής Δεξιάς την καθιστά περισσότερο επείγουσα η βαθιά ιδεολογική σύγχυση στην οποία βρίσκεται, εδώ και δεκαετίες.
Η σύγχυση έχει ιστορική αφετηρία. Μέχρι την απριλιανή δικτατορία, η Δεξιά στηριζόταν σε δύο πυλώνες: αντικομμουνισμό και φιλομοναρχία. Ομως, με τη Μεταπολίτευση, οι δύο πυλώνες γκρεμίστηκαν, ο πρώτος τον Ιούλιο του 1974, με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, κι ο δεύτερος τον Δεκέμβριο, με το δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Οσοι θυμούνται εκείνα τα χρόνια, γνωρίζουν ότι το γκρέμισμα αυτό δεν ήταν αυτονόητο παρεπόμενο της Μεταπολίτευσης. Χρειαζόταν πολιτικός μεγάλου αναστήματος για να το επιβάλει. Κατά ιστορική ειρωνεία, αυτός ήταν η σημαντικότερη προσωπικότητα της ελληνικής Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Ο Καραμανλής ήταν άνθρωπος των έργων, όχι των λόγων, κι αυτό ήταν το βασικότερο προσόν του. Ηταν όμως και η αχίλλειος πτέρνα του: η αδιαφορία του να δώσει στη Δεξιά ένα νέο ιδεολογικό στίγμα στη θέση αυτού που της αφαίρεσε, πέραν του φιλοδυτικού προσανατολισμού, ήταν το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος του. Η ιδεολογική γύμνια φάνηκε ξεκάθαρα ήδη το 1981, όταν το ΠΑΣΟΚ, κόμμα αρχικά σαφώς αριστερότερο της προδικτατορικής Ενωσης Κέντρου, απορρόφησε όλους τους ψηφοφόρους της που είχαν στηρίξει μεταδικτατορικά τον Καραμανλή.
Πώς έγινε αυτό; Ο Ανδρέας Παπανδρέου κέρδισε τους κεντρώους με ένα συγκλονιστικά αποτελεσματικό σύνθημα: «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά». Το σύνθημα λειτούργησε αόρατα, υποδόρια, πέρα και πίσω από αυτό που φαίνεται να δηλώνει επιφανειακά, ότι δηλαδή ο ελληνικός λαός απεχθάνεται τη Δεξιά. (Αυτό άλλωστε είναι προφανώς ψευδές, αφού ο λαός περιλαμβάνει και τη Δεξιά, και ενίοτε σε μεγάλα ποσοστά: το 1974, ο Καραμανλής είχε εκλεγεί με 54,4 τοις εκατό.) Οχι. Η κρυφή δύναμη του συνθήματος δεν βρίσκεται στις μεγάλες λέξεις, «Λαός» και «Δεξιά», αλλά στο φαινομενικά αθώο «σημαίνει». Η νέα Δεξιά του Καραμανλή ήταν πανδύσκολος αντίπαλος, οπότε ο Ανδρέας ανέστησε και έβαλε στη θέση της την παλιά! Με το σύνθημά του, ο Ανδρέας όρισε το νόημα της έννοιας «Δεξιά» κατά τα γούστα του, διαγράφοντας διαμιάς τα μεταπολιτευτικά επιτεύγματα του Καραμανλή, και υποβάλλοντας την ιδέα ότι η Δεξιά είναι («σημαίνει») αυτό που ήταν προ-δικτατορικά: η Δεξιά της υπακοής στο κελεύσματα του Παλατιού, δηλαδή -στη νέα εκδοχή- των ξένων, η Δεξιά της μισαλλοδοξίας και των διώξεων. Ετσι, το 1981 οι Ελληνες δεν υπερψήφισαν τόσο το (ουσιαστικά άγνωστό τους) ΠΑΣΟΚ, όσο καταψήφισαν ένα βρικόλακα, που ο Ανδρέας τους έπεισε ότι είχε βγει από τον τάφο.
Κι ο μεν Ανδρέας τη δουλειά του έκανε, και την έκανε άριστα. Ομως η Νέα Δημοκρατία τι έχει κάνει, από το 1981, για να αποκτήσει ένα σοβαρό ιδεολογικό πρόσωπο, που θα αναπληρώσει το προδικτατορικό, που ακύρωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής; Τι έχει κάνει για να δώσει στους Ελληνες μια πειστική ιδεολογική εναλλακτική στα ξοφλημένα μεταδικτατορικά ιδεολογήματα της Αριστεράς; Φοβούμαι τίποτε. Ή, μάλλον, κάτι ακόμη λιγότερο: αντί να προοδεύει, συνεχώς χειροτερεύει. Αντί να δημιουργήσει ένα ουσιαστικό και συνεπές όραμα για τη συντηρητική παράταξη, αναμασά κοινοτοπίες, ωραιοποιεί τα αντικοινωνικά αιτήματα των άθλιων συντεχνιών της, προσπαθεί -και δυστυχώς συχνά τα καταφέρνει- να ξεπερνά σε λαϊκισμό ακόμη και το λεγόμενο «βαθύ ΠΑΣΟΚ».
Το πρόβλημα λοιπόν της σημερινής Δεξιάς δεν είναι αυτό που της δημιούργησε ο Ανδρέας, το 1981, ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει». Το πρόβλημά της είναι ότι έχει ξεχάσει τι σημαίνει, αυτή η ίδια.
Tου Αποστολου Δοξιαδη-ΚαθημερινήΟ κ. Απόστολος Δοξιάδης είναι συγγραφέας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.