Οι λόγοι που οδηγούν σε μια αυτοκτονία είναι εντελώς προσωπικοί -
και ως τέτοιοι, στη σφαίρα του ιδιωτικού. Η επιβολή των αρνητικών
συναισθημάτων και τελικά του θανάτου πάνω στη ζωή, δεν μπορεί ποτέ να
είναι ευχάριστη ή επιθυμητή - και δύσκολα μπορεί να γίνει αντικείμενο
δημόσιας συζήτησης. Επειδή όμως η πράξη του Δημήτρη Χριστούλα είχε
ισχυρό αντίκτυπο στη δημόσια ζωή, οι πιθανές επιπτώσεις της έχουν
σημασία.
Εξ όσων γνωρίζουμε, η περίπτωσή του δεν είχε σχέση με κάποια ψυχική ασθένεια, πέρα ίσως από την ευρέως διαδεδομένη (και ενισχυόμενη από την κρίση) κατάθλιψη, ειδικά στην τρίτη ηλικία. Ως συνταξιούχος φαρμακοποιός, δεν είχε περιπέσει σε εξαθλίωση, ούτε είχε “πνιγεί στα χρέη”. Η απόφασή του να αφαιρέσει τη ζωή του, διαμαρτυρόμενος, ήταν απολύτως συνειδητή - και είναι απολύτως σεβαστή, ιδιαιτέρως μάλιστα επειδή δεν επέλεξε τη βία εναντίον άλλου, αλλά την αυτοθυσία, ώστε να στηρίξει τις προσωπικές του πεποιθήσεις.
Αν όμως η απόφασή του κερδίζει το σεβασμό, αυτό δε σημαίνει ότι κερδίζει και την εκτίμηση, πόσο μάλλον την αυτόματη έγκριση. Η αυτοθυσία από μόνη της δεν αρκεί, την ακολουθούν άλλωστε ιδιαιτέρως φανατικοί άνθρωποι, όπως οι καμικάζι διαφόρων ιδεολογιών, με τις οποίες σπάνια μπορεί κανείς να συμφωνήσει, χωρίς να βιάσει τη λογική και τη σφαιρική θεώρηση της πραγματικότητας.
Ήταν λοιπόν μια βαθύτατα πολιτική πράξη - και ως
τέτοια πρέπει να κριθεί και να επικριθεί, από όσους δεν είναι σύμφωνοι μαζί της. Ο αυτόχειρας επέλεξε να αυτοκτονήσει με δραματικό τρόπο, στη μέση της Πλατείας Συντάγματος και με το ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε, είναι προφανές ότι επιθυμούσε η πράξη του να σοκάρει, να “αφυπνίσει”, κατά την άποψη του - και ίσως να αποτελέσει και θρυαλλίδα περαιτέρω εξελίξεων.
Οι αναφορές του σε “κυβέρνηση Τσολάκογλου” και καλάσνικοφ, όπως και η προτροπή του “να πάρουν οι νέοι τα όπλα και να κρεμάσουν τους προδότες” αποτυπώνουν ανάγλυφα έναν ακραίο καφενειακό λόγο εύκολης καταγγελίας, που πάντοτε ενδημούσε, μεταξύ τυρού και αχλαδίου, στη χώρα μας - αλλά με την οικονομική κρίση έχει ενταθεί σε μια μερίδα της κοινωνίας, που θεωρεί μάλιστα ότι αποτελεί και τη συντριπτική πλειοψηφία.
Η αντίληψη ότι όλα έβαιναν καλώς μέχρι το 2009, όσο το δανεικό χρήμα έρρεε και μοιραζόταν με διάφορους θεμιτούς και αθέμιτους τρόπους, ενώ μετά “κάποιοι μας ξεπούλησαν”, αναδεικνύει την αδυναμία πολλών κοινωνικών στρωμάτων να αναλύσουν τις αιτίες της κρίσης και να κινηθούν διορθωτικά.
Η πράξη θα μπορούσε εύκολα να ξεχαστεί, αν δεν τροφοδοτούσε ακόμα περισσότερο τις επιφανειακές και επιπόλαιες αναλύσεις, που οδηγούν σε τέτοιου είδους κορώνες και στα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος, αναζητώντας πλέον και ευρεία κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Οι επικριτές του μνημονίου μπορεί να έχουν πολύ σοβαρά επιχειρήματα, ωστόσο κάτω από την ομπρέλα του “αντιμνημονιακού αγώνα” συνωθούνται όλοι όσοι εμφορούνται από απόψεις στα όρια της ανυποληψίας - και αυτό πρέπει να προβληματίσει.
Ο φανατισμός και το μίσος που εκφράζεται από πολλούς οπαδούς των διαφόρων κινημάτων, ευτυχώς δεν βρήκε τις επόμενες ημέρες ιδιαίτερα μεγάλη ανταπόκριση σε διαδηλωτές και “αγανακτισμένους”. Η αυτοκτονία μάλλον “μούδιασε” την ελληνική κοινωνία - και ίσως έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδίωκε.
Ωστόσο, είναι σαφές ότι η “ηρωοποίηση” τέτοιων αντιλήψεων ενέχει κινδύνους, όχι μόνο γιατί μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για αλλεπάλληλες τέτοιες πράξεις, με σκοπό τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, αλλά γιατί μπορεί να πυροδοτήσει επεισόδια βίας, όχι αυτοθυσίας αυτή τη φορά, αλλά εναντίον όσων, αυθαίρετα, “είναι απέναντι”. Ήδη ένας ειδικός φρουρός δέχθηκε επίθεση, ένας σκηνοθέτης υπέστη ξυλοδαρμό “επειδή έμοιαζε με έναν προβεβλημένο δημοσιογράφο” (και μετά του ζητούσαν συγνώμη), μεθαύριο κάποιος μπορεί να πάρει ένα όπλο και να στραφεί εναντίον όποιων νομίζει ότι είναι “εχθροί του έθνους”. Και φυσικά, ο κάθε “νοικοκυραίος” ή νεοναζί μπορεί να θεωρήσει ότι έχει το ελεύθερο, μέσα στην αναμπουμπούλα, να “καθαρίσει” και μερικούς ενοχλητικούς μετανάστες.
Οι προπηλακισμοί και η βία δεν θα οδηγήσουν ποτέ σε κάτι καλύτερο, όσο κι αν κάποιοι βαυκαλίζονται ότι “μόνο μια εξέγερση θα καθαρίσει το τοπίο” - εκτός αν θέλουμε να υποβαθμίσουμε τη ζωή μας σε βαθμό κακουργήματος, για τις επόμενες δεκαετίες. Οι σπασμωδικές αγριότητες δεν δείχνουν παρά ανωριμότητα, η αυτοδικία και ο νόμος του Λιντς δεν μπορούν παρά να μας υποβιβάσουν ακόμα περισσότερο. Αντιθέτως, ο διαρκής αγώνας και κόπος για την εμβάθυνση των θεσμών, την απόδοση δικαιοσύνης, το ξερίζωμα νοσηρών και τριτοκοσμικών νοοτροπιών, είναι τα μόνα που μπορούν να οδηγήσουν μια (έστω ατελή και στρεβλή) δημοκρατία σε βελτίωση, στον σύγχρονο κόσμο.
Αν η ελληνική κοινωνία αισθάνεται (και δικαίως) ότι το επίπεδο της πολιτικής τάξης την “προδίδει”, είναι δική της απόλυτη ευθύνη να την αλλάξει - δεν θα το πράξει για λογαριασμό μας κανένας Αμερικανός ή Σουηδός. Και θα την αλλάξει μόνο με θετικές κινήσεις, εκτοπίζοντας τους “νοσηρούς” και αντικαθιστώντας τους με υψηλότερου επιπέδου πολιτικά σχήματα και εκπροσώπους, τους οποίους οφείλει να βρει και να αναδείξει. Αν δεν το κάνει, είναι άξια της τύχης της. Και αν στις επερχόμενες εκλογές ετοιμάζεται να επιβραβεύσει τους πιο λαϊκιστές (και να εξοστρακίσει τους όποιους μεταρρυθμιστές στα υπάρχοντα πολιτικά σχήματα), όπως μπορεί να υποψιαστεί κανείς, τότε θα αποδείξει ότι δεν της φταίνε “οι πολιτικοί”. Αλλά η ίδια η αντανάκλαση της στον καθρέφτη...
Προκόπης Δούκας - δημοσιογράφος και blogger. Το κείμενο αυτό είναι αναδημοσίευση από το www.prokopisdoukas.blogspot.com
Εξ όσων γνωρίζουμε, η περίπτωσή του δεν είχε σχέση με κάποια ψυχική ασθένεια, πέρα ίσως από την ευρέως διαδεδομένη (και ενισχυόμενη από την κρίση) κατάθλιψη, ειδικά στην τρίτη ηλικία. Ως συνταξιούχος φαρμακοποιός, δεν είχε περιπέσει σε εξαθλίωση, ούτε είχε “πνιγεί στα χρέη”. Η απόφασή του να αφαιρέσει τη ζωή του, διαμαρτυρόμενος, ήταν απολύτως συνειδητή - και είναι απολύτως σεβαστή, ιδιαιτέρως μάλιστα επειδή δεν επέλεξε τη βία εναντίον άλλου, αλλά την αυτοθυσία, ώστε να στηρίξει τις προσωπικές του πεποιθήσεις.
Αν όμως η απόφασή του κερδίζει το σεβασμό, αυτό δε σημαίνει ότι κερδίζει και την εκτίμηση, πόσο μάλλον την αυτόματη έγκριση. Η αυτοθυσία από μόνη της δεν αρκεί, την ακολουθούν άλλωστε ιδιαιτέρως φανατικοί άνθρωποι, όπως οι καμικάζι διαφόρων ιδεολογιών, με τις οποίες σπάνια μπορεί κανείς να συμφωνήσει, χωρίς να βιάσει τη λογική και τη σφαιρική θεώρηση της πραγματικότητας.
Ήταν λοιπόν μια βαθύτατα πολιτική πράξη - και ως
τέτοια πρέπει να κριθεί και να επικριθεί, από όσους δεν είναι σύμφωνοι μαζί της. Ο αυτόχειρας επέλεξε να αυτοκτονήσει με δραματικό τρόπο, στη μέση της Πλατείας Συντάγματος και με το ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε, είναι προφανές ότι επιθυμούσε η πράξη του να σοκάρει, να “αφυπνίσει”, κατά την άποψη του - και ίσως να αποτελέσει και θρυαλλίδα περαιτέρω εξελίξεων.
Οι αναφορές του σε “κυβέρνηση Τσολάκογλου” και καλάσνικοφ, όπως και η προτροπή του “να πάρουν οι νέοι τα όπλα και να κρεμάσουν τους προδότες” αποτυπώνουν ανάγλυφα έναν ακραίο καφενειακό λόγο εύκολης καταγγελίας, που πάντοτε ενδημούσε, μεταξύ τυρού και αχλαδίου, στη χώρα μας - αλλά με την οικονομική κρίση έχει ενταθεί σε μια μερίδα της κοινωνίας, που θεωρεί μάλιστα ότι αποτελεί και τη συντριπτική πλειοψηφία.
Η αντίληψη ότι όλα έβαιναν καλώς μέχρι το 2009, όσο το δανεικό χρήμα έρρεε και μοιραζόταν με διάφορους θεμιτούς και αθέμιτους τρόπους, ενώ μετά “κάποιοι μας ξεπούλησαν”, αναδεικνύει την αδυναμία πολλών κοινωνικών στρωμάτων να αναλύσουν τις αιτίες της κρίσης και να κινηθούν διορθωτικά.
Η πράξη θα μπορούσε εύκολα να ξεχαστεί, αν δεν τροφοδοτούσε ακόμα περισσότερο τις επιφανειακές και επιπόλαιες αναλύσεις, που οδηγούν σε τέτοιου είδους κορώνες και στα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος, αναζητώντας πλέον και ευρεία κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Οι επικριτές του μνημονίου μπορεί να έχουν πολύ σοβαρά επιχειρήματα, ωστόσο κάτω από την ομπρέλα του “αντιμνημονιακού αγώνα” συνωθούνται όλοι όσοι εμφορούνται από απόψεις στα όρια της ανυποληψίας - και αυτό πρέπει να προβληματίσει.
Ο φανατισμός και το μίσος που εκφράζεται από πολλούς οπαδούς των διαφόρων κινημάτων, ευτυχώς δεν βρήκε τις επόμενες ημέρες ιδιαίτερα μεγάλη ανταπόκριση σε διαδηλωτές και “αγανακτισμένους”. Η αυτοκτονία μάλλον “μούδιασε” την ελληνική κοινωνία - και ίσως έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδίωκε.
Ωστόσο, είναι σαφές ότι η “ηρωοποίηση” τέτοιων αντιλήψεων ενέχει κινδύνους, όχι μόνο γιατί μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για αλλεπάλληλες τέτοιες πράξεις, με σκοπό τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, αλλά γιατί μπορεί να πυροδοτήσει επεισόδια βίας, όχι αυτοθυσίας αυτή τη φορά, αλλά εναντίον όσων, αυθαίρετα, “είναι απέναντι”. Ήδη ένας ειδικός φρουρός δέχθηκε επίθεση, ένας σκηνοθέτης υπέστη ξυλοδαρμό “επειδή έμοιαζε με έναν προβεβλημένο δημοσιογράφο” (και μετά του ζητούσαν συγνώμη), μεθαύριο κάποιος μπορεί να πάρει ένα όπλο και να στραφεί εναντίον όποιων νομίζει ότι είναι “εχθροί του έθνους”. Και φυσικά, ο κάθε “νοικοκυραίος” ή νεοναζί μπορεί να θεωρήσει ότι έχει το ελεύθερο, μέσα στην αναμπουμπούλα, να “καθαρίσει” και μερικούς ενοχλητικούς μετανάστες.
Οι προπηλακισμοί και η βία δεν θα οδηγήσουν ποτέ σε κάτι καλύτερο, όσο κι αν κάποιοι βαυκαλίζονται ότι “μόνο μια εξέγερση θα καθαρίσει το τοπίο” - εκτός αν θέλουμε να υποβαθμίσουμε τη ζωή μας σε βαθμό κακουργήματος, για τις επόμενες δεκαετίες. Οι σπασμωδικές αγριότητες δεν δείχνουν παρά ανωριμότητα, η αυτοδικία και ο νόμος του Λιντς δεν μπορούν παρά να μας υποβιβάσουν ακόμα περισσότερο. Αντιθέτως, ο διαρκής αγώνας και κόπος για την εμβάθυνση των θεσμών, την απόδοση δικαιοσύνης, το ξερίζωμα νοσηρών και τριτοκοσμικών νοοτροπιών, είναι τα μόνα που μπορούν να οδηγήσουν μια (έστω ατελή και στρεβλή) δημοκρατία σε βελτίωση, στον σύγχρονο κόσμο.
Αν η ελληνική κοινωνία αισθάνεται (και δικαίως) ότι το επίπεδο της πολιτικής τάξης την “προδίδει”, είναι δική της απόλυτη ευθύνη να την αλλάξει - δεν θα το πράξει για λογαριασμό μας κανένας Αμερικανός ή Σουηδός. Και θα την αλλάξει μόνο με θετικές κινήσεις, εκτοπίζοντας τους “νοσηρούς” και αντικαθιστώντας τους με υψηλότερου επιπέδου πολιτικά σχήματα και εκπροσώπους, τους οποίους οφείλει να βρει και να αναδείξει. Αν δεν το κάνει, είναι άξια της τύχης της. Και αν στις επερχόμενες εκλογές ετοιμάζεται να επιβραβεύσει τους πιο λαϊκιστές (και να εξοστρακίσει τους όποιους μεταρρυθμιστές στα υπάρχοντα πολιτικά σχήματα), όπως μπορεί να υποψιαστεί κανείς, τότε θα αποδείξει ότι δεν της φταίνε “οι πολιτικοί”. Αλλά η ίδια η αντανάκλαση της στον καθρέφτη...
Προκόπης Δούκας - δημοσιογράφος και blogger. Το κείμενο αυτό είναι αναδημοσίευση από το www.prokopisdoukas.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.