Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αξιοποίησε την ευκαιρία να υπερβεί τα στενά κομματικά όρια και να ωριμάσει στη χοάνη της οικολογικής αναζήτησης και των νέων προκλήσεων για τη ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατία. Εμεινε στον ακατέργαστο θυμό του και σε μια εφηβική αίσθηση παντοδυναμίας. Η εποχή της μεγάλης αυταπάτης κράτησε ως την ψήφιση του τρίτου μνημονίου που προκάλεσε τη διάσπασή του. Η συγκρουσιακή διαπραγμάτευση του Βαρουφάκη με την Ε.Ε., ερασιτεχνισμοί στη διακυβέρνηση χωρίς γραβάτα, το απονενοημένο διάβημα του δημοψηφίσματος, capital control, υπερένταση, διχασμός και, τελικά, συνθηκολόγηση με τους δανειστές σε συνθήκες ήττας για την Αριστερά. Ακολούθησε η περίοδος της απομάγευσης μέσα από την αναγκαστική στροφή στον ρεαλισμό, που όμως δεν απάλλαξε τον
ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. από τα εφηβικά συμπτώματα του βολονταρισμού, της επιπολαιότητας και της αστάθειας.Η κυβερνητική εμπειρία ήταν θορυβώδης, με λίγες καλές στιγμές (όπως η πρόσβαση των ανασφάλιστων στο δημόσιο σύστημα υγείας, η φροντίδα –έστω μέσω επιδομάτων– για τους μη έχοντες και η συμφωνία των Πρεσπών) και επεισοδιακά ατυχήματα, όπως ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες και η υπόθεση Novartis (με καλές προθέσεις και κακή, ακόμη και τραγελαφική, έκβαση). Ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ ήταν πιο σοβαροφανής, κάπως μικρομέγαλος, αλλά δεν απεγκλωβίστηκε από την εφηβική προβληματική: Θυμικές αντιδράσεις, πείσμα, ακαμψία, εμμονές, νευρικότητα, δογματική εσωστρέφεια, υπερβολές.
Δεν κατάλαβαν πόσο και γιατί θα χάσουν τις εκλογές του 2019, υποτιμούσαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως ηγέτη, υπερτιμούσαν τις δυνάμεις τους, δεν διάβαζαν σωστά ούτε τις δημοσκοπήσεις ούτε τις αθέατες κοινωνικές διεργασίες. Αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκλεισε τον κύκλο του, παρά την επιστροφή στην αντιπολίτευση, γιατί δεν έγινε ολοκληρωμένη αποτίμηση των αιτίων της εκλογικής ήττας, με την έννοια ότι ποτέ δεν αποκηρύχθηκε επί της ουσίας η κυβερνητική συνεργασία με τους απερίγραπτους ΑΝΕΛ και ποτέ δεν ερμηνεύθηκε σοβαρά το ΑΝΤΙΣΥΡΙΖΑ φαινόμενο ώστε να επιχειρηθεί η υπέρβασή του. Αντίθετα, το σύστημα Τσίπρα καθηλώθηκε στη βεβαιότητα ότι στην ελληνική πολιτική ρουτίνα ο δεύτερος κάποια στιγμή γίνεται πρώτος, με αποτέλεσμα να παγιδευτεί στην απλουστευτική ανάγνωση της πολιτικής πραγματικότητας με τους όρους και τα κλισέ του παρελθόντος:
• Και στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου υπήρχε Ευάγγελος Γιαννόπουλος δίπλα στον Κώστα Σημίτη, επομένως γιατί εμείς να μην έχουμε Πολάκη και Μουζέλη στο ίδιο κάδρο.
• Οταν μοιράζονται λεφτά, οι κυβερνήσεις αντέχουν. Οταν σφίξει το ζωνάρι, ο Μωυσής θα εξαφανιστεί.
• Οι δημοσκοπήσεις είναι φωτογραφία της στιγμής και έχουν πέσει πολλές φορές έξω σε σχέση με τις επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
• Ποιο κόμμα έκανε αυτοκριτική περισσότερο από εμάς; Μήπως η Ν.Δ. του Καραμανλή για τη χρεοκοπία; Μήπως η Ν.Δ. του Μητσοτάκη για τις Πρέσπες;
• Τα ΜΜΕ της λίστας Πέτσα περιγράφουν μια εικόνα της κυβέρνησης που δεν έχει σχέση με την πραγματική. Η κοινωνία βράζει και αυτό κάποια στιγμή θα εκφραστεί πολιτικά.
• Από τη στιγμή που το ΚΙΝΑΛ δεν ανακάμπτει, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κινδυνεύει να χάσει τη θέση του στον δικομματισμό και άρα, αργά ή γρήγορα, θα ξαναγίνει κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε τη μετάβαση από την κυβερνητική στη μετεκλογική περίοδο χωρίς να περάσει από επώδυνη διαδικασία αναστοχασμού, αυτοκριτικής και αλλαγής.
Το μείζον για την ηγετική ομάδα ήταν να διατηρηθεί η εσωκομματική ηρεμία και να σπάσει η ηγεμονία του Μητσοτάκη που την αποδίδουν στις ιδιαίτερες συνθήκες που δημιουργεί η πανδημία, επιτρέποντας ή επιβάλλοντας επεκτατικές πολιτικές, αλλά και στη δύναμη της προπαγάνδας. Εχοντας μάθει να αξιοποιούν πολιτικά την αναμπουμπούλα, δεν μπήκαν στον κόπο να επεξεργαστούν στρατηγική στη βάση του κοινωνικού αιτήματος για σεβασμό στους θεσμούς (αυτούς που έχουμε, όσο υπανάπτυκτοι και αν είναι), ησυχία, προβλεψιμότητα και κανονικότητα, όπως και αν ορίζεται σε αντικειμενικές συνθήκες αμείλικτης αβεβαιότητας. Επίκαιρο παράδειγμα εργασίας: Η δημόσια υγεία δεν προσφέρεται για άγονες κομματικές αντιπαραθέσεις. Προφανώς είναι αναγκαία η σκληρή κριτική στην κυβέρνηση που μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας έκανε σοβαρά λάθη στη διαχείρισή της, αλλά προϋπόθεση για την αξιοπιστία της αντιπολίτευσης είναι η σοβαρότητα, η σταθερότητα και η υπευθυνότητα.
Γιατί προτείνεται από τον ΣΥΡΙΖΑ ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των ενστόλων και όχι των εκπαιδευτικών; Επειδή οι αστυνομικοί και οι στρατιωτικοί έρχονται σε επαφή με περισσότερο κόσμο από τους καθηγητές ή επειδή είναι προνομιακό εκλογικό κοινό για τη Ν.Δ.; Η απάντηση είναι προφανής και εις βάρος της εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι άχαρο για ένα κόμμα της αντιπολίτευσης να κάνει εποικοδομητική κριτική. Τα πολιτικά κέρδη δεν έρχονται γρήγορα και η αδιαφορία των ΜΜΕ μπορεί να γίνει αποκαρδιωτική. Ομως για την ενηλικίωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχε άλλος δρόμος από την επιμονή στον δρόμο της εθνικής ευθύνης προκειμένου να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών και να διαλύσει την καχυποψία ότι ονειρεύεται Κούγκι και επενδύει στην καταστροφή. Γιατί έχει τόσο βαρύ παρελθόν λαϊκισμού που δεν σβήνει εύκολα η τραυματική ανάμνηση. Πολλοί από αυτούς που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και το 2019, αλλά σήμερα στέκονται σε απόσταση, δεν ενδιαφέρονται για τις ισορροπίες ανάμεσα στην «Ομπρέλα» και τη «Ρ.Ε.Ν.Ε» αλλά για μια πολιτική αφήγηση που θα πείθει ότι η δεύτερη φορά δεν θα είναι σαν την πρώτη από την άποψη του ερασιτεχνισμού και της αντιθεσμικότητας.
Οταν ανακοινώθηκε η συγκρότηση ενός think tank δίπλα στον Αλ. Τσίπρα, όσοι ενδιαφέρονται για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος εξουσίας αναθάρρησαν και είδαν στο βάθος του ορίζοντα μια ελπίδα για ωρίμανση και αποδέσμευση από την παραταξιακή επετηρίδα και τους λεκέδες της κομματικής σκουριάς. Σοβαροί επιστήμονες, τεχνοκράτες με βαριά βιογραφικά, ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Αλ. Τσίπρα να προσφέρουν τις γνώσεις και την εμπειρία τους στην προσπάθεια για πιο ουσιαστική και ποιοτική αντιπολίτευση. Ακόμη και το γεγονός ότι τα ονόματά τους μπερδεύτηκαν με εκείνα πρώην κυβερνητικών στελεχών και υποψηφίων θα μπορούσε να αγνοηθεί στο όνομα της ώσμωσης του παλιού με το νέο που είναι αναγκαία για να αποφευχθεί μια εσωκομματική έκρηξη. Το σημαντικό είναι ότι ο Αλ. Τσίπρας έδειξε ότι μπορεί να βρει Πιερρακάκηδες και ότι οι επόμενοι υπουργοί σε περίπτωση που γίνει ξανά πρωθυπουργός δεν θα είναι ο Σκουρλέτης και ο Τζανακόπουλος αλλά ο Γεροτζιάφας της Σορβόννης και ο Οθωνας του Χάρβαρντ. Ακόμη και ΑΝΤΙΣΥΡΙΖΑ σχολιαστές είπαν μια καλή κουβέντα. Αλλοι το προσπέρασαν με αμηχανία και όσοι βιάστηκαν να ειρωνευτούν έδειξαν εμπάθεια.
Ο Πινοσέτ, ο εμβληματικός κακός της Λατινικής Αμερικής, παραμένει ζωντανός στο συλλογικό φαντασιακό μιας αθεράπευτα εφηβικής Αριστεράς.
Μετά ήρθε η ανακοίνωση του υποχρεωτικού εμβολιασμού για τους άνω των 60. Και στη Βουλή, πριν από τον Κυρ. Μητσοτάκη, πήρε τον λόγο ο έξαλλος Π. Πολάκης. Νωρίτερα, ο Γρ. Γεροτζιάφας είχε χαρακτηρίσει πινοσετικής έμπνευσης το πρόστιμο των 100 ευρώ τον μήνα. Μα Πινοσέτ;
Τον καιρό του αντιμνημονίου ο Αλ. Τσίπρας είχε παραλληλίσει με τον Χιλιανό δικτάτορα τον Γ. Παπανδρέου με τον οποίο σήμερα συμφωνούν στην ανάγκη συγκρότησης προοδευτικής διακυβέρνησης, όπως καθένας την εννοεί, αλλά πάντως χωρίς τη Ν.Δ.
Μετά ήρθε το «ασφαλιστικό Πινοσέτ» στο καταγγελτικό λεξικό του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί, όπως όλα δείχνουν, ο εμβληματικός κακός της Λατινικής Αμερικής παραμένει ζωντανός στο συλλογικό φαντασιακό μιας αθεράπευτα εφηβικής Αριστεράς που τον επικαλείται με την ακατανόητη ευκολία που θα μπορούσε να εμπνεύσει τον Περουβιανό Μάριο Βάργκα Λιόσα πριν αναρωτηθεί στον τίτλο του βιβλίου του «Πότε πήραμε την κάτω βόλτα;».
· Το άρθρο της Αγγελικής Σπανού δημοσιεύεται στην Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.