Από τη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκλεισε -μάλλον ερμητικά- το παράθυρο της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες ξεκίνησε ένα καινούργιο γαϊτανάκι από ερωτήματα, εικασίες και υποθέσεις για τους λόγους για τους οποίους ο πρωθυπουργός οδηγήθηκε σε μια τέτοια απόφαση.
«Μπλόφα είναι που την έκανε για να αιφνιδιάσει την αντιπολίτευση και να τη βρει ανέτοιμη η προκήρυξη εκλογών», έσπευσαν να… προβλέψουν κάποιοι μετά τη συζήτηση της Τετάρτης στη Βουλή. Διυλίζοντας τον κώνωπα, επειδή δεν το είπε στην αρχική ομιλία του, κατάπιαν την κάμηλο που ήταν ότι στη δευτερολογία και στην τριτολογία μίλησε με σαφήνεια για την εξάντληση της τετραετίας. Παρέβλεψαν, επίσης, ότι υποβάθμισε την επιχειρηματολογία για την «τοξική ατμόσφαιρα» που θα μπορούσε να αποτελέσει την αφορμή για να αναιρέσει τη δέσμευση που επανειλημμένα είχε αναλάβει.Όταν την επόμενη μέρα τα πράγματα ξεκαθαρίστηκαν έτι περαιτέρω χάρις και στη βάσανο των δημοσιογραφικών ερωτημάτων που δέχθηκε στη ραδιοφωνική συνέντευξη που παραχώρησε στον Σκάι, το τροπάρι άλλαξε. «Δεν τον βολεύουν οι δημοσκοπήσεις και έκανε πίσω», έσπευσαν να υποθέσουν ακόμη κι εκείνοι που μια δυο μέρες πριν έδιναν συγκεκριμένες Κυριακές του Σεπτεμβρίου που θα στήνονταν οι κάλπες. Δεν έλειψαν βεβαίως και οι κλασσικοί συνωμοσιολόγοι που με περισσή αυταρέσκεια κόμπαζαν: «εμείς τα λέγαμε, σιγά που θα τον άφηναν οι ξένοι να κάνει εκλογές, όποτε θέλει…».
Για να είμαστε ειλικρινείς, πάντως, η καχυποψία που αναδύεται μέσα από αυτές τις απόψεις δεν είναι αδικαιολόγητη αν λάβει κανείς υπόψιν του τη μακρά παράδοση που χαρακτηρίζει το εγχώριο πολιτικό σκηνικό.
Καλώς ή κακώς, εδώ και πολλές δεκαετίες, η προκήρυξη πρόωρων εκλογών αποτελεί τον κανόνα τον οποίο ακολουθούν οι περισσότερες κυβερνήσεις σχεδόν με αποκλειστικό κριτήριο την εξυπηρέτηση του κομματικού τους συμφέροντος. Αντιθέτως η εξάντληση της τετραετίας είναι η εξαίρεση που τη συναντάμε κυρίως όταν οι κυβερνώντες δεν έχουν βρει τον κατάλληλο χρόνο για να πάνε σε κάλπες που θα μπορούσαν να τις κερδίσουν.
Το Σύνταγμα θέτει περιορισμούς στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών, ορίζοντας ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει «προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» (στο άρθρο 41). Στην πράξη, ωστόσο, η διάταξη αυτή έχει καταστρατηγηθεί επανειλημμένα από πολλές κυβερνήσεις που επικαλέστηκαν προσχηματικά την αντιμετώπιση εθνικού θέματος για να κάνουν εκλογές σε βολικό χρόνο. Γι΄ αυτό και σε προηγούμενες συνταγματικές αναθεωρήσεις είχε πέσει από πολλές πλευρές η ιδέα να αλλάξει ο καταστατικός χάρτης της ελληνικής Πολιτείας σε τρόπον ώστε να… απαγορεύονται οι πρόωρες κάλπες και να επιβάλλεται η ολοκλήρωση της τετραετούς κοινοβουλευτικής θητείας.
Από τη συζήτηση που άνοιξε προέκυψε ότι κάτι τέτοιο συνιστούσε έναν ανέφικτο και μάλλον ψυχαναγκαστικού τύπου περιορισμό που στην εφαρμογή του θα μπορούσε να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από εκείνα που ενδεχομένως θα μπορούσε να λύσει. Και τούτο διότι υπάρχουν περιπτώσεις που η κοινοβουλευτική σύνθεση μπορεί να έχει πραγματική αδυναμία να δώσει βιώσιμη κυβερνητική λύση, οπότε η ανάγκη για ανανέωση της λαϊκής βούλησης να είναι αναπόδραστος μονόδρομος.
Υπό αυτή την έννοια, ακόμη και όσοι δικαιολογημένα μπορεί να ισχυριστούν ότι κακώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης άφησε να φουντώσει η εκλογολογία, την οποία πυροδοτούσαν μέχρι πρότινος ακόμη και στενοί του συνεργάτες, δύσκολα θα διαφωνήσουν με το σκεπτικό με το οποίο απέρριψε, εν τέλει, τις εισηγήσεις που είναι γνωστό ότι δεχόταν για να εκμεταλλευτεί την ευνοϊκή συγκυρία και το σταθερό δημοσκοπικό προβάδισμα που διαθέτει.
Πέραν λοιπόν από «δίκες προθέσεων», η πρωτοβουλία του Κυριάκου Μητσοτάκη, υπό την αίρεση ότι θα τηρηθεί μέχρι τέλους, είναι μια πρωτοβουλία που δεν μπορεί παρά να χαιρετιστεί από όσους πιστεύουν ότι το μεγαλύτερο από τα προβλήματα της χώρας είναι η έλλειψη σεβασμού στους θεσμούς και η εργαλειοποίησή τους ανάλογα με τη συγκυρία και τα συμφέροντα των εκάστοτε ισχυρών.
Μπορεί, από πρώτη άποψη, η πρωθυπουργική διακήρυξη σύμφωνα με την οποία «οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας για λόγους θεσμικής τάξης και σταθερότητας σε μια κρίσιμη συγκυρία, όπως αυτή που διανύουμε» μπορεί να μην λέει πολλά στους πολίτες που χειμάζονται από την ενεργειακή κρίση και τις πρωτόγνωρες για τις νεότερες γενιές πληθωριστικές πιέσεις, από την άλλη, όμως, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι πρόκειται για μια πρωτοβουλία που μπορεί να ανοίξει καινούργιους δρόμους στον τρόπο διεξαγωγής της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Η απρόσκοπτη, άλλωστε, λειτουργία των θεσμών, εφόσον γενικευθεί και περιλάβει κρίσιμες υπηρεσίες του Κράτους προς τους πολίτες, όπως είναι πρωτίστως η απονομή της Δικαιοσύνης ή η ασφάλεια των συνθηκών της καθημερινότητάς μας, αποτελεί το σημαντικότερο εχέγγυο για την κοινωνική πρόοδο και εξέλιξη.
Με άλλα λόγια, ας γίνουμε επιτέλους θεσμικοί. Μόνον κέρδος θα έχει η ελληνική κοινωνία και ο κάθε πολίτης χωριστά.
Γρ. Τζιοβάρας-ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Άκουσα προχθές τον Μέγιστο πολιτικό Αλέξη Τσίπρα να δηλώνει ότι οι πρωθυπουργοί που είναι αδύναμοι και γνωρίζουν ότι θα χάσουν τις επόμενες εκλογές, εξαντλουν πλήρως την τετραετία για να απολαύσουν όλα τα οφέλη της εξουσίας. Αν δεν κάνω λάθος ο Αλέξης το ίδιο έκανε ως Πρωθυπουργός. Μάλλον κάτι θα ξέρει.
ΑπάντησηΔιαγραφή