Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Ξαναγράφοντας την Ιστορία


Πριν κάποια χρόνια, σε ένα συνέδριο διαφημιστών, ειδικών του μάρκετινγκ, επικοινωνιολόγων και σχετικών επαγγελματιών στις Βρυξέλλες μάς είχαν εξηγήσει ότι η πιο δύσκολη διαφημιστική και ταυτοχρόνως επιχειρηματική δουλειά είναι το rebranding.

Γιατί; Επειδή ουσιαστικά απαιτεί να διαμορφώσεις ένα νέο προϊόν που θα απευθύνεται σε νέο κοινό αλλά θα κρατάει τα επιτυχημένα στοιχεία του παλιού.

Και γι’ αυτό οι ειδικοί στο rebranding είναι ίσως οι πιο καλοπληρωμένοι του κλάδου.

Πρωτοπόρα προσπάθεια του είδους θεωρείται διεθνώς το Beaujolais, ένα μέτριο κρασί που στη δεκαετία ’60 – ’70 επαναδιατυπώθηκε με το εύρημα Beaujolais Nouveau. Ή ακόμη ποτών όπως το ουίσκι και το μαρτίνι που ανοίχτηκαν με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία στο γυναικείο κοινό.

Στην ελληνική πολιτική δεν είχαμε έως τώρα κάποια αξιοσημείωτη προσπάθεια.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έφυγε και επέστρεψε αλλά μεσολάβησε η Μικρασιατική Καταστροφή.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έκανε το ίδιο αλλά μετά τη χούντα και την Κύπρο του 1974.

Και στις δύο περιπτώσεις είχαμε κάτι που ονομάζεται «δραματική μεταβολή των συνθηκών».

Ο επόμενος που έχουμε καταλάβει ότι το προσπαθεί είναι ο Τσίπρας. Παρόλο που κανείς δεν πιστεύει ότι τα βοσκοτόπια και τα γιδοπρόβατα του ΟΠΕΚΕΠΕ συνιστούν «δραματική μεταβολή» του παραμικρού.

Οτι το προσπαθεί πάντως είναι ηλίου φαεινότερο. Οτι θα το

επιχειρήσει είναι πιθανό. Οτι θα το καταφέρει είναι «νύχτωσε χωρίς φεγγάρι, το σκοτάδι είναι βαθύ».

Δεν μπορώ να ξέρω φυσικά αν θα επιτύχει το rebranding του Τσίπρα αλλά έως τώρα δεν βλέπω να προχωράει και πολύ.

Τα κουτσο-αγγλικούλια έχουν βελτιωθεί, επισκέφθηκε τρεις εβδομάδες και το Χάρβαρντ αλλά το βάθος της πολιτικής σκέψης και η ρητορική του θυμίζουν όλο και περισσότερο Γιώργο Παπανδρέου. Στα χειρότερά του.

Ολα αυτά όμως είναι δευτερεύοντα μπροστά στο αρχικό ερώτημα. Ακόμη κι αν ο Τσίπρας διαμορφώσει ένα «νέο προϊόν», ποιο είναι το «νέο κοινό» στο οποίο θα απευθυνθεί;

Εδώ υπάρχει μια ισχυρή παρανόηση. Οι υποστηρικτές ή φίλοι του Τσίπρα πιστεύουν ότι υπάρχει κάποιο κοινό ανέμελης αυθάδειας που περνάει την ώρα του να βρίζει στο Διαδίκτυο.

Είναι ένα κοινό που σκέφτεται σαν τον Τσίπρα, μιλάει σαν την Κωνσταντοπούλου, πλακώνεται σαν τον Πολάκη, χοροπηδάει σαν τον Κασσελάκη και βαριέται σαν τον Φάμελλο.

Ωραία παρέα, καμία αντίρρηση. Αλλά το «καινούργιο» πού είναι; Κι αν δεν υπάρχει κάτι καινούργιο γιατί χρειάζεται το rebranding;

Δεν χρειάζεται. Γι’ αυτό δεν υπάρχει rebranding και (κατά την ταπεινή γνώμη μου) ούτε πρόκειται να υπάρξει.

Τι υπάρχει; Μια ερασιτεχνική και αντιαισθητική απόπειρα να ξαναγραφεί η Ιστορία.

Μήπως αποδοθεί στον Τσίπρα ένας πιο συμπαθητικός και λιγότερο καταστροφικός ρόλος. Μήπως αναδειχθεί η «άλλη αλήθεια» που λέει κι ο ίδιος.

Δεν ξέρω αν είναι αποτελεσματικό. Πάντως μοιάζει ευκολότερο. Ακόμη κι αν η «άλλη αλήθεια» υπάρχει μόνο σε διαταραγμένα μυαλά.

Τα δέκα χρόνια από το τραγικό 2015 έδωσαν μια πρώτη ευκαιρία ξαναγραψίματος της Ιστορίας by Tsipras and friends που πολύ γρήγορα βούλιαξε στα ρηχά.

Λογικό. Τα γεγονότα είναι πρόσφατα, όλοι τα έχουμε ζήσει και υποστεί, δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι και πολλοί δρόμοι να τα ξαναδείς ή να τα ξαναγράψεις.

Η θεωρία της «άπειρης ομάδας καλοπροαίρετων νέων που στο όνομα της αξιοπρέπειας ενός ταλαιπωρημένου και παρεξηγημένου λαού πάσχισαν μέχρι την τελευταία στιγμή να δαμάσουν τα λιοντάρια αλλά υπέκυψαν πολεμώντας γενναία με υπέρτερους εχθρούς» είναι πιο αστεία κι από τη γιαγιά που την έφαγε ο λύκος και μετά έκανε τη γιαγιά.

Η Χιονάτη όμως δεν είναι Βαρουφάκης κι ο Τσίπρας δεν έχει σχέση με τη Σταχτοπούτα.

Στην πραγματικότητα είχαμε ένα ετερόκλητο τσούρμο τυχοδιωκτών που κατάφεραν να αποδειχτούν ταυτοχρόνως και ασυνείδητοι και ανίκανοι.

Ηταν μια αρπαχτή που χάλασε επειδή οι ίδιοι τη θεώρησαν εύκολη.

Αυτό αποτελεί πλέον εδραία πεποίθηση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και δεν ξέρω αν ή πώς μπορεί να ακυρωθεί ή να απαλυνθεί.

Επιτρέψτε μου μια προσωπική ιστορία. Μετά το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 με κάλεσε (με άλλους γνωστούς συναδέλφους) το Πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ να δώσω εξηγήσεις επειδή «κάναμε προπαγάνδα υπέρ του Ναι».

Δεν έχω πολλά πάρε – δώσε με πειθαρχικά παραπτώματα ή συμβούλια κι αποφάσισα να πάω ο ίδιος για τις εξηγήσεις αντί να στείλω υπόμνημα.

Μπήκα στην αίθουσα του Πειθαρχικού, άλλοι με κοιτούσαν συμπαθητικά κι άλλοι καθόλου. Ρώτησα τι θέλουν να τους εξηγήσω.

Μια συνάδελφος ελαφρώς αρπαγμένη, λίγο ατημέλητη και κάπως αναστατωμένη πέρασε στην επίθεση.

– Γιατί, κύριε συνάδελφε, δεν κρατήσατε μια αντικειμενική στάση μεταξύ του Οχι και του Ναι;

– Δεν ήθελα, απάντησα. Και το ίδιο θα έκανα ξανά την επόμενη Κυριακή.

– Δηλαδή πιστεύετε ότι κακώς το 61,31% ψήφισε Οχι;

– Απολύτως, τη διαβεβαίωσα.

Κάπου εκεί έχασε τη σιγουριά, ίσως και τη φωνή της. Ετσι μπόρεσα να κλείσω την ανάκριση με ένα εύκολο συμπέρασμα.

– Αλλωστε, όπως αποδείχτηκε, κυρία συνάδελφε, εγώ είχα δίκιο και εσείς άδικο. Να το κοιτάξετε… Τα σέβη μου στο όργανο.

Αποχώρησα ελεύθερος από τη συνεδρίαση.

Ποιο είναι το νόημα της διήγησης; Πως καλώς ή κακώς, ούτε η Ιστορία, ούτε η πραγματικότητα, ξαναγράφονται.

Δεκαετίες αργότερα θα θυμόμαστε μια τυχοδιωκτική επιχείρηση που με την ανεπαρκή κυβέρνηση Τσίπρα αποπειράθηκε να εκτροχιάσει τη χώρα.

Θα θυμόμαστε το γενναίο 38,69% που ψήφισε Ναι πιστεύοντας ότι αξίζουμε να Μένουμε Ευρώπη.

Και μη με ρωτήσετε πώς το λέω με τόση βεβαιότητα. Ημουν κι εγώ εκεί.

 Γ. Πρετεντέρης-ΤΑ ΝΕΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.

Η Πελασγία από ψηλά