Με την ακαδημαϊκά πιστοποιημένη γνώση του στην οικονομία και την ιδεολογικά τεκμαρτή αρμοδιότητά του στην πολιτική, ο κύριος καθηγητής αναπτύσσει τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ (μπορεί και τις δικές του, θα σας γελάσω) για το θέμα της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους και της οικονομίας.
Στο άρθρο, δεν υπάρχει η παραμικρή ιδέα για την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική που χρειάζεται εμείς να επιλέξουμε, για τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται εμείς να εφαρμόσουμε, ώστε να επανεκκινήσει το συντομότερο η παραγωγική μηχανή, πράγμα απαραίτητο για το 1.300.000 περίπου ανέργους.
Και βέβαια, η ανάγκη αυτή είναι ανεξάρτητη από τον
τρόπο (λιγότερο ή περισσότερο επαχθή), που θα προκρίνουν οι δανειστές της τελευταίας μας ευκαιρίας να κάνουμε το δημόσιο χρέος μας βιώσιμο.
Με τον παραπάνω προσδιορισμό των ευρωπαίων δανειστών και εταίρων μας, θέλουμε να τονίσουμε αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ γενικώς και ο κος καθηγητής στο άρθρο του επιμόνως, αποκρύπτουν: Δηλαδή την ενοχλητική σε κάθε λαϊκισμό πραγματικότητα ότι τα μόνα χρήματα που μπορεί τους επόμενους μήνες να βρει το ελληνικό κράτος για να πληρώσει μισθούς, συντάξεις, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δημόσια εκπαίδευση και προμηθευτές, είναι αυτά που μας διαθέτουν, με τον τρόπο που το 3ο μνημόνιο περιγράφει, οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί και κυρίως ο γερμανικός λαός. Η πολιτική ανακολουθία, αλλά και η προχειρότητα του άρθρου, είναι ολοφάνερη, αφού στη μία παράγραφο υποστηρίζει ότι οι Γερμανοί (προφανώς εννοεί τους γερμανούς φορολογουμένους πολίτες, σε αντίθεση με τον αφέντη Μπαλασόπουλο, τον εθνεγέρτη Καμμένο, την ανυπάκουη ντάμα του ΚΚΕ και τον φασίστα με τα καθαρά χέρια Μιχαλολιάκο, που εννοούν τους γερμανούς κατακτητές), λένε πως δεν θα βάλουν ούτε ένα ευρώ για την κρίση των άλλων και αμέσως παρακάτω αναφέρει ότι από τα 80 δις αρχικό κεφάλαιο του EFSF, η Γερμανία έχει βάλει τα 20 δις (αστείο ποσό δηλαδή, αν ρωτήσεις έναν γερμανό πολίτη).
Συνεχίζει, καθολικά διαμαρτυρόμενος αυτός ο ορθόδοξος αριστερός καθηγητής, ότι η Γερμανία (δηλαδή ο γερμανός φορολογούμενος πολίτης, για να μην ξεχνιόμαστε) έχει προσφέρει, εκτός από τα 20 δις, μόνο τις εγγυήσεις για να δανείζεται ο EFSF απρόσκοπτα από τις αγορές, πράγμα που προφανώς θεωρεί ασήμαντο και έτσι αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να σκεφτούμε ότι εννοεί πως οι Γερμανοί θα έπρεπε να μας προσφέρουν και νεραντζάκι. Παρακάτω αναφέρει ότι η Γερμανία (και για να γίνω κουραστικός, ο γερμανός φορολογούμενος πολίτης) έχει συνεισφέρει άλλα 30 δις ευρώ σε διακρατικά δάνεια προς τις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης, αλλά θεωρεί έγκλημα το γεγονός ότι το γερμανικό κράτος δανείζει εμάς με εκπληκτικά χαμηλό, για την αξιοπιστία μας, επιτόκιο και ταυτόχρονα καταφέρνει να κερδίζει κιόλας για λογαριασμό της γερμανικής οικονομίας.
ΣΥΡΙΖΑ και αρθρογράφος, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι το γερμανικό κράτος έχει κι άλλες επιλογές τοποθέτησης της ρευστότητάς του, περισσότερο αποδοτικές για τους πολίτες του, π.χ., αύξηση των κοινωνικών επιδομάτων σε ανέργους και ανίκανους να εργαστούν γερμανούς πολίτες, αντί της διαρκούς επιδότησης άχρηστων δημόσιων ελληνικών οργανισμών. ΣΥΡΙΖΑ και αρθρογράφος, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι η μείωση των επιτοκίων, η επαναγορά του χρέους, η επιστροφή των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα και η χρονική επιμήκυνση της αποπληρωμής τους, είναι παραχώρηση όλων των ευρωπαίων εταίρων μας και όχι υποχρέωσή τους στη διαχρονική λάμψη της χώρας που γέννησε τον Αριστοτέλη και τη Δημοκρατία, αλλά μετά τα μπέρδεψε και μετατράπηκε σε άπατο πηγάδι.
Κι αν μιλούν για ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, ας τους θυμίσουμε ότι αυτή δεν υπάρχει α λα καρτ. Είναι αμφίδρομη έννοια και κατά συνέπεια, μπορεί να την επικαλείται μόνο όποιος είναι αποδεδειγμένα αλληλέγγυος ο ίδιος. Αν λοιπόν, αγαπητέ κε καθηγητά, είχαμε πραγματοποιήσει τις αποκρατικοποιήσεις των 50 δις και τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα εξοικονομούσαν άλλα τόσα, τις οποίες έχουμε συμφωνήσει με τους εταίρους μας, τότε θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Γιατί, προσωπικά τουλάχιστον, με μερικά ακόμα εκατομμύρια συνέλληνες πολίτες, δεν καταλαβαίνουμε τι είδους αλληλεγγύη είναι αυτή που θα μας επέτρεπε να κάνουμε τον κάλπικο λογαριασμό σας που κάθε τόσο βγάζει πόσα μας χρωστάνε οι εταίροι μας (και όχι μόνο οι Γερμανοί).
Αυτή τη φορά, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κος καθηγητής του, έβγαλαν το λογαριασμό στα 70 με 80 δις. Τόσα αναφέρει στο άρθρο του ότι μας λείπουν για να είναι βιώσιμο το χρέος μας. Σήμερα. Για αύριο, θα συνεδριάσει η Κουμουνδούρου και βλέπουμε πόση ακόμα ευρωπαϊκή αλληλεγγύη θα χρειαστούμε προκειμένου εμείς να μην κάνουμε τίποτα για τη βιωσιμότητα του χρέους μας και απλώς να ψηφίσουμε για εθνικό μας σωτήρα τον κ. Τσίπρα.
«Η τραγελαφική ιστορία από την οποία η ελληνική κοινωνία έχει υποστεί αδιανόητες συνέπειες…» λοιπόν, κε καθηγητά μου, δεν είναι ούτε τα μνημόνια, ούτε το PSI, ούτε τίποτα. Είναι οι ευθύνες κυβερνώντων και αντιπολιτευομένων, εδώ και πάνω από τριανταπέντε χρόνια μεταπολίτευσης και ομαλού κοινοβουλευτικού βίου, για το μη βιώσιμο στον πραγματικό κόσμο παραγωγικό μας μοντέλο. Είναι οι ευθύνες κυβερνώντων και αντιπολιτευομένων για την εγκληματικά πελατειακή διαχείριση του δημόσιου χρήματος, που διοχετεύτηκε σχεδόν αποκλειστικά στην κατανάλωση και βασίστηκε σε έναν δανεισμό που έβγαζε μάτι ότι θα φρακάριζε, ειδικά αν ήσουν ειδικός στα οικονομικά, όπως εσείς κε καθηγητά μου. Η κρίση, απλώς και μόνο έκοψε απότομα το συνεχές της δανεικής εθνικής μας νιρβάνας. Είναι οι ευθύνες όλων μας (Λαζόπουλε αγωνιστή), ασφαλώς διαφορετικής έκτασης για τον καθένα, αλλά ντόπιες, εδώδιμες, φρούτα της δικής μας κοινωνίας. Και εγκληματούν, κε καθηγητά μου, κατά των ανέργων και των πιο αδύναμων οικονομικά όσοι την εμποδίζουν ν’ αλλάξει ρότα. Μια συμβουλή, λοιπόν, από έναν μη ειδικό οικονομολόγο:
Η χειρότερη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει, ειδικά αυτήν την περίοδο, το επιστημονικό δυναμικό μας, είναι να δεχθεί να υποτάξει το λόγο του και την ειδίκευσή του σε όσους θέλουν να επιβάλλουν στην ελληνική κοινωνία την ακινησία, τη διατήρηση και την αναπαραγωγή του μοντέλου που μας έφτασε στο σημερινό τραγικό αδιέξοδο. Δυστυχώς, κε καθηγητά, το κόμμα σας προσπαθεί να αναβιώσει τα χαρακτηριστικά της μεταπολίτευσης ενώ είναι βέβαιο ότι κανένας από τους λογικούς εκεί μέσα δεν πιστεύει ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατόν να γίνει.
Καλό λοιπόν είναι να μιλάμε με νούμερα, αλλά κε καθηγητά μου, μην μας θεωρείτε και τόσο αφελείς ώστε να μην καταλαβαίνουμε ότι τα νούμερα τα χρησιμοποιεί ο καθ’ ένας όπως τον συμφέρει. Αν λοιπόν θέλετε να χρησιμοποιείτε τα νούμερα με σκοπό την υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος, πρέπει να κάνετε πολιτική με βάση τα νούμερα και όχι να στρώνετε το έδαφος στα «νούμερα» για να κάνουν πολιτική.
και αυτος στον συριζα υποτιθεται ειναι ο..σοβαρος
ΑπάντησηΔιαγραφή