Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015

Ποιος άλλος;



Γράφει ο Θάνος Μπλούνας
τ. πάρεδρος του Παιδαγ. Ινστιτούτου
π. Δήμαρχος Στυλίδας
 

Το καλαίσθητο ημερολόγιο του 2016 που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες ο Μουσικός Όμιλος Στυλίδας αποτέλεσε για μένα μια ευχάριστη έκπληξη. Την έκπληξη αυτή προκάλεσε η καλοδεχούμενη από κάθε φίλο της ποίησης πρωτοτυπία να περιλάβει στις σελίδες του κάποιους ωραίους στίχους γνωστών ποιητών για τη μουσική.  Όταν ρώτησα την πρόεδρο του ομίλου κυρία Μαίρη Μαϊστρέλη ποιος επέλεξε τους ποιητές και τους στίχους, μου απάντησε:
«Ποιος άλλος; Ο κύριος Καραθεοδώρου».
Δεν χρειάστηκε να συνεχίσω ρωτώντας «Ποιος Καραθεοδώρου», επειδή κατάλαβα ότι εννοούσε τον φιλόλογο Δημήτρη Καραθεοδώρου, τον συμπολίτη μας που, αν και συνταξιούχος, δεν έπαψε ποτέ να προσφέρει πρόθυμα αλλά πάντα αθόρυβα τη βοήθειά του σε κάθε συλλογική πολιτιστική δραστηριότητα του τόπου μας.
Εικοσιτέσσερα χρόνια έχουν περάσει από τότε που, πριν ακόμα τον γνωρίσω, πρωτάκουσα το όνομά του. Είχα επιστρέψει στη Στυλίδα μετά από δεκαετίες απουσίας και βρέθηκα επικεφαλής της δημοτικής αρχής. Μετά την απόφαση του νέου τότε δημοτικού συμβουλίου να κυκλοφορήσουμε το ταχύτερο δυνατόν μια διμηνιαία δημοτική εφημερίδα, αναζήτησα πρόσωπα κατάλληλα, για να στελεχώσουν τη συντακτική της ομάδα. Ο πρώτος που μου πρότειναν όλοι οι συνεργάτες μου και οι φίλοι μου

εκπαιδευτικοί από τη Στυλίδα και τη Λαμία ως τον πλέον κατάλληλο για την ομάδα αυτή -και μάλιστα για τη θέση του υπεύθυνου που θα επέλεγε τα προς δημοσίευση κείμενα- ήταν ο Δημήτρης Καραθεοδώρου.
Άλλοι από αυτούς που τον πρότειναν, αναφέρθηκαν στο Δάσκαλο, με κεφαλαίο «δέλτα», που τιμούσε το λειτούργημά του: Μεταφέροντας την άποψη των παιδιών τους γι’ αυτόν, μου υπογράμμισαν τη βαθιά γνώση του αντικειμένου που δίδασκε, τη διδακτική του ικανότητα, την αγάπη για τους μαθητές του, το ειλικρινές ενδιαφέρον και την αδιάλειπτη  φροντίδα του για την πρόοδό τους. Άλλοι πάλι, που είχαν την ευκαιρία και τη δυνατότητα να εκτιμήσουν από μόνοι τους τις γνώσεις και την ποιότητα του λόγου του, μου μίλησαν για τον Φιλόλογο, με κεφαλαίο «φι», για τον Στυλιδιώτη ποιητή του πεζού λόγου: «Ξέρει καλά γράμματα κι έχει πολύ γερή πένα. Αποφεύγει όμως την προβολή», συμπλήρωσαν «και αποκλείεται να αναλάβει ως υπεύθυνος της ομάδας. Θα είναι δύσκολο επίσης να πεισθεί να γράφει κείμενα για κάθε φύλλο της εφημερίδας, γιατί είναι τελειομανής κι αποφεύγει να γράφει πιεζόμενος από τον χρόνο».
Πράγματι δεν κατάφερα να τον πείσω να αποτελέσει μόνιμο μέλος της συντακτικής ομάδας και πολύ περισσότερο να αναλάβει καθήκοντα υπεύθυνου «αρχισυντάκτη». Αρνήθηκε ευγενικά επικαλούμενος τον φόρτο εργασίας στο σχολείο του και τον φόβο του ότι ενδεχομένως δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις ακόμα και του απλού μέλους της ομάδας. Το μόνο που κατάφερα τελικά ήταν να του αποσπάσω την υπόσχεση ότι θα συνεργαζόταν στο εγχείρημα της έκδοσης με δύο όρους: Η συνεργασία του θα κάλυπτε μόνον μία δημαρχιακή θητεία και ότι δεν θα θεωρούσαμε  ασυνέπεια, αν κάποια στιγμή και για οποιοδήποτε λόγο σταματούσε πριν από τη λήξη της τετραετίας να στέλνει στον δήμο κείμενά του για δημοσίευση.
Ο πρώτος του όρος περί τετραετούς και μόνο συνεργασίας δυστυχώς ίσχυσε. Ο δεύτερος ευτυχώς όχι. Έτσι επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια οι αναγνώστες της εφημερίδας -όχι μόνον οι Στυλιδιώτες που τον γνώριζαν αλλά κι άλλοι πολλοί φίλοι της πόλης μας- είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν τα κείμενά του και να θαυμάσουν τη βαθιά γνώση των κανόνων της γλώσσας μας και της τέχνης του χειρισμού της. 

Βέβαια, η περιοδική και πάντα αθόρυβη βοήθειά του σε κάθε αξιόλογη πολιτιστική εκδήλωση του δήμου ή  κάποιου φορέα της πόλης μας και σε κάθε συλλογική προσπάθεια των μαθητών του συνεχίστηκε και μετά από την τετραετία 1990-94, συνεχίζεται ως τις μέρες μας κι εύχομαι να συνεχιστεί για πολλά πολλά ακόμα χρόνια. Ενδεικτικά και μόνο υπενθυμίζω στους συμπολίτες μας τα κείμενα που περιλαμβάνονταν στα προγράμματα των ανά διετία  εκδηλώσεων του δήμου μας για τον εορτασμό της ναυτικής εβδομάδας. Τους θυμίζω επίσης τα τεύχη της περιοδικής  έκδοσης του περιοδικού «Σκαλάκι» που έγραφαν δικοί του μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου  και κυκλοφορούσε (όπως μου είχαν αποκαλύψει κάποιοι) με δικά του έξοδα, αποσπώντας εγκωμιαστικά σχόλια ακόμα και αθηναϊκών εφημερίδων μεγάλης κυκλοφορίας. Είναι και το «Σκαλάκι», όπως και οι συγκριτικά υψηλοί βαθμοί στο μάθημα της Έκθεσης των αποφοίτων του Λυκείου Στυλίδας  στις πανελλαδικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ-ΤΕΙ, μια αδιάψευστη απόδειξη της αγάπης που είχε καταφέρει να εμπνεύσει στους μαθητές του για τη λογοτεχνία.
Έχοντας υπόψη όσα εν συντομία και τελείως ενδεικτικά ανέφερα παραπάνω για τον Δ. Καραθεοδώρου, από τότε που ο έμαθα ότι συνταξιοδοτήθηκε απορούσα και εξακολουθώ να απορώ γιατί ο δήμος (και όχι μόνο…) δεν σκέφτηκε να τον τιμήσει για την προσφορά του. Δεν αποκλείω βέβαια στις προθέσεις του δημάρχου και των συνεργατών του στο δημοτικό συμβούλιο να ήταν να το πράξουν και να τον συμπεριλάβουν στην ομάδα μιας δεκάδας και πλέον συμπολιτών μας, τους οποίους ξεχώρισαν και τίμησαν πριν από μερικούς μήνες. Αν αυτή ήταν η πρόθεσή τους, εικάζω ότι ο λόγος που δεν τον συμπεριέλαβαν οφείλεται στην αντίδραση του Δ.  Καραθεοδώρου. Πιστεύω ότι θα τους απέτρεψε, όχι επειδή (με το δίκιο του) θα περίμενε να τιμηθεί σε μια ad hoc εκδήλωση-συμβολικό αντίδωρο για την πολύχρονη και πολύτιμη προσφορά του στους μαθητές της Στυλίδας και της ευρύτερης περιοχής, αλλά επειδή είναι υπερβολικά μετριόφρων και θεωρεί ότι ως εκπαιδευτικός δεν έκανε κάτι παραπάνω από το καθήκον του. Ωστόσο, ακόμα κι αν η προβολή της πορείας και του έργου του τον έβρισκαν αντίθετο, έχω την άποψη ότι έπρεπε να τον τιμήσουν, υπενθυμίζοντάς του το αυτονόητο: Ότι ο δήμος, οι φορείς της πόλης μας αλλά και  μεμονωμένα άτομα της γενιάς μου έχουμε υποχρέωση να προβάλλουμε στη νέα γενιά, την οποία εκείνος τόσο αγάπησε και τόσο ευσυνείδητα 
υπηρέτησε, παραδείγματα πνευματικών ανθρώπων με τη δική του ιστορία προσφοράς στην εκπαίδευση και στα πολιτιστικά δρώμενα του τόπου μας. Η αναφορά μου στην υποχρέωση αυτή αποτελεί μια (εκ των προτέρων) απάντηση στις (πιθανές) αντιρρήσεις του, για τούτο το σημείωμά μου. Ταυτόχρονα αποτελεί και μια υπενθύμιση, σε όσους από τον δήμο ή τους φορείς της πόλης μας καλοπροαίρετα αναγνωρίσουν την παράλειψή τους να τιμήσουν τον εκλεκτό συμπολίτη μας, της γνωστής φράσης «Ποτέ δεν είναι αργά…».
Στο σημείο αυτό θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω κάποια σύντομα αποσπάσματα δύο κειμένων του Δ. Καραθεοδώρου, από τα οποία, είμαι βέβαιος, ο ψαγμένος αναγνώστης εύκολα («Εξ όνυχος τον λέοντα…») θα σχηματίσει προσωπική άποψη για τη δεξιοτεχνία με την οποία ο συντάκτης τους χειρίζεται τον γραπτό λόγο:
Με το πρώτο από τα κείμενα αυτά, που δημοσιεύτηκε στη δημοτική μας εφημερίδα «Στυλίδα-Σήμερα» (Ιούνιος-Ιούλιος 1992) απαθανάτισε την Καλλιόπη, γνωστή και ως «Καλλιόπα», μια συμπαθέστατη εμβληματική στυλιδιώτικη φιγούρα της μετεμφυλιακής περιόδου και μαζί μ’ αυτήν και μια σειρά από γνωστούς στην πόλη μας επαγγελματίες εκείνης της περιόδου. Το κείμενο τιτλοφορείται «Η ΜΟΥΣΑ ΤΗΣ ΣΤΥΛΙΔΑΣ»:
«[…] Από τους φίλους της και το “κοινό” της λίγα τους ζήτησε  (η Καλλιόπη), σαν πέθανε η μάνα της η κυρα-Λένη. Λίγο ζεστό ψωμί από τον φούρναρη τον Οικονόμου και τον Ταλιατούδα, λίγο κασέρι από τον Χρήστο τον Τσαμπάκαλο, κανένα τσουρεκάκι ή κουλουράκι από τις λαμαρίνες που πηγαινοέρχονταν, αντίδωρο για την ευχή της να καλοψηθούνε, και, βέβαια, οπωσδήποτε λίγη πουδρίτσα στο στρογγυλό κιτρινωπό κουτάκι, κι ένα κραγιόν κόκκινο σαν τη φωτιά και μια κολώνια καλή από το Φίλιππα τον Δακουρά -ΖΙΝΙΑ μάρκα να είναι όλα- για να φρεσκαριστεί όσο μπορεί καλύτερα, να βγει  όσο μπορεί ωραιοτέρα στην τηλεόραση-παράθυρο αλλά και για τη βραδινή  βολτίτσα της στην πόλη, σα σουρουπώσει, για μερικά ουζάκια στου Λαμπαδαρίου, στου Ζαχαρία, στου Τουλούπα, στου μπαρμπα-Άγγελου του Κότσιρα με το καλό φαΐ και την Ολύμπια παρέα.
»Το ανοιχτό-παντάνοιχτο παράθυρό της δεν έκλεισε ποτέ. Αν δείτε, είπε μια μέρα, το παράθυρο κλειστό, να ξέρετε θα ‘χω πεθάνει. Στις 27-2-73 το παράθυρο δεν άνοιξε ούτε στιγμή. 


»Η Μούσα η Καλλιόπη μας είχε ταξιδέψει “παρά δήμον ονείρων” […]
»Το ανοιχτό παντάνοιχτο παράθυρό της μπορεί να σφάλισε, το αρχοντικό της μπορεί να γκρεμίστηκε, όμως στην πολυκατοικία που ανυψώθηκε, λένε πως οι αλαφροΐσκιωτοι και οι έχοντες καθαράν την καρδίαν βλέπουν στον τοίχο της νεόδμητης οικοδομής, τις νύχτες με πανσέληνο, να ζωγραφίζεται το πρόσωπό της, σα σε μετείκασμα, κι ακούνε το καμπανιστό γελάκι της και τα παραθυρόφυλλα να τρίζουν και να παν ν’ ανοίξουν […]».
Ολοκληρώνω το σημείωμά μου αντιγράφοντας ένα απόσπασμα από το δεύτερο κείμενό του. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην  ίδια εφημερίδα (Φεβρ.-Μάρτιος 1994), παραπέμπει (μέρες που είναι) στα κείμενα του Σκιαθίτη «κοσμοκαλόγερου» και διαχέεται από πνεύμα θρησκευτικότητας, από την πίστη της ηρωίδας του στη δύναμη της προσευχής και στο θαύμα.  Τίτλος του «ΓΥΝΗ ΠΕΡΙΤΡΕΧΟΥΣΑ» και υπέρτιτλος «Με το λόγο και τον τρόπο του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη»:
«[…] Η θεια-Λένη, η κοινώς καλουμένη η Ράμμαινα, ήτο 74έτις γραία, λευκή την όψιν, καλοκαμωμένη, υψηλή, ισχνή, ευσταλής και καλλίζωνος, προ πάντων δε ωκύπους, αληθής σημαιοφόρος των εξοχικών λειτουργιών και των πανηγυρίων. Σεμνοφορούσα με την μακράν μαύρην ρόμπαν της και το μαύρον κολόβιον μαυρομανδηλούσα, εξήρχετο συχνάκις εις τους αγρούς, ανέβαινεν εις τα όρη, διέτρεχε φάραγγας, κοιλάδας και ρεύματα διά να ανάψη τα κανδήλια των λησμονημένων εξωκκλησίων και να παρακαλέση την Παναγίαν να οδηγήσει και να κατευοδώση τους θαλασσοδαρμένους Στυλιδιώτας εις τα πελάγη της ζωής των […].

Εύχομαι σ’ όλους Καλά Χριστούγεννα και η Παναγία «να οδηγήσει και να κατευοδώσει τους θαλασσοδαρμένους» από τα αγριεμένα πελάγη των μνημονίων συνέλληνας εις τον υπήνεμον λιμένα της οικονομικής ανακάμψεως.
Θ. Μ.  (Λαμιακός Τύπος, 24,12,2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.

Η Πελασγία από ψηλά