Κυριακή 31 Αυγούστου 2014

Έκθεση: Που πήγα διακοπές


Κάθε καλοκαίρι πηγαίνουμε στο χοριό της μαμάς και περνάμε χάλια γιατί το έχουμε βαρεθεί και ο μπαμπάς γκρηνιάζει και για το χοριό και για τη πεθερά του που δεν την θέλει λέει ούτε ζωγραφιστή.
Πάντως ζωγραφιά με τη γιαγιά δεν θημάμαι να είχαμε ποτέ. Έχουμε μόνο κάτι φοτογραφίες από το γάμο τους που η γιαγιά έχει ένα Χ μεγάλο και κόκκινο στη μούρη. Από πέρσυ ο μπαμπάς είχε πει στη μαμά ότι την επόμενη φορά θα πάμε στο δικό του χοριό που είναι καλύτερο και δεν θα βλέπει την κάργια. Δεν ξέρω ποια λέει και δε μου λένε.
Το χοριό του μπαμπά είναι στην ορεινή κάτι. Δεν θυμάμαι πως τοπανε εκείνο το πρωί γιατί φωνάζανε και οι δύο και δεν με αφήνανε να ακούσω τι λέγανε οι πάουερ ρέιντζερς.
Ο μπαμπάς πήρε το αυτοκίνητο του θείου γιατί από το δικό μας μας πήρανε τις πηνακίδες (ποιος κλέβει πηνακίδες ήθελα ναξερα!), πήρε και το κυνονικό διαμέρισμα που του έδωσαν εκείνοι οι καλοί ανθρώποι μαζί με το ταμίο ανεργείας, έβαλε βενζίνη και φύγαμε για το κατσικοχώρι που λέει η μαμά όταν ο μπαμπάς λείπει.

Μετά από μερικές ώρες μες τον ήλιο και μπόλικες στάσεις για να κάνει εμετό η μαμά μου φτάσαμε επιτέλους στο χοριό με τις κατσίκες. Κατσίκες δεν είδα, μόνο κάτι κότες πετάγονταν κακαρίζοντας δεξιά αριστερά. Πολλές κότες. Εμείς αγκαλιές και φιλιά με τον παππού και τη γιαγιά, η μαμά κάπου παραπέρα άφηνε κάτι τελευταία. Με τις κότες.

Αν αυτό που πέρασα φέτος είναι καλοκαίρι εμένα κυρία να μου γράψεις. Τις μισές μέρες έβρεχε και το βράδι έκανε ψόφο. Αν δεν σκεπαζόσουν τη νύχτα με κουβέρτα ξύπναγες το πρωί σε διάφορα σχήματα. Η μαμά συνέχια παραπονιόταν για τον καιρό και έλεγε τι θέλαμε να έρθουμε και καλίτερα να καθόμασταν στα αβγά μας. Πήρα κι εγώ μερικά από το κοτέτσι και έκατσα πάνω τους να δω αν θα αλλάξει ο καιρός. Τελικά το παντελόνι μου πήγε για πλίσιμο και εγώ έφαγα μερικές ώσπου να καταλάβω ότι στα αβγά λέει δεν καθόμαστε. 

Το χοριό του μπαμπά είναι ωραίο όταν δεν βρέχει γιατί άμα βρέχει ωραίο είναι και το σπίτι μου. Αυτό που δεν μου άρεσε είναι που έχει παντού φράχτες γιατί έπεσα μια μέρα και έφαγα τα μούτρα μου. Ο παππούς για να πηγαίνει στο καφενείο είχε φτιάκσει το ποδήλατο που είχε ο μπαμπάς μικρός. Μόνο που δεν είχε φρένα και όταν ήθελε να σταματήσει κατέβαινε και πήγενε λίγο τρέχοντας. Το πήρα κι εγώ μια μέρα κρηφά να πάω βόλτα. Δεν ηπολόγισα όμως σωστά πόσο πίσω να κατέβω και με βρήκαν πάνω σε ένα πεσμένο φράχτη με μια κότα από κάτω να σκούζει.
Τι σκούζεις μωρή, για σένα ήρθα; της είπα αλλά αυτή δεν σταμάταγε. O κόκορας με κίταγε και ποιος ξέρει τι έβαζε με το μυαλό του.

Στο χοριό όλοι ενδιαφέρονταν πολύ για μένα. Ούτε θυμάμαι πόσες φορές απάντησα στο εσύ τίνος είσαι; Μια μέρα είπα σε μια γιαγιά που με ρότησε ότι είμαι ο πατέρας του Γιωργάκη από δέφτερο γάμο και έμεινε στη μέση του δρόμου να με κοιτάει και της πέσανε και οι τσάντες. Σκεφτόταν αν άκουσε καλά ή αν είμαι εγώ καλά. Καλά που δεν με ξαναρώτησε γιατί θα της έλεγα κιάλλα.

Πολλά πράματα δεν έχει να κάνεις στο χοριό του μπαμπά μου. Δεν έχει θάλασα, ούτε πλατεία με κούνιες, ούτε τηλεόραση. Μόνο κότες. Πολλές κότες. Δηλαδή τηλεόραση έχει αλλά παίζει μόνο νεριτ γιατί δεν έχουνε ντίτζια. Κανένας όμως! Και έτσι πήγαινα σινέχεια στο ποταμάκι που είναι στο δάσος για πσάρεμα με τον Γιαννάκη και τον Παναγιώτη. Αφτοί πσάρεβαν, εγώ δεν είχα καλάμι και πέταγα πέτρες. Τίποτα δεν πέτιχα!

Ο μπαμπάς ήταν όλη μέρα στο καφενίο και μίλαγε με τους άλλους για πωλιτικά. Μπαγιάτικα πράματα λέγανε γιατί κανένας δεν είθελε να ακούσει τους παπαγάλους της νεριτ και την είχανε κλιστή. Την ανοίγανε μόνο για το μουντιάλ και την εθνική μας. Άκουσα και κάτι γαλλικά από το μπαμπά μου και τους άλλους όταν χάσαμε το πεναλτι αλλά περισσοτερο φέτος άκουσα γερμανικά.

Είχε έρθει ένας δίμετρος γερμαναράς με τη γυναίκα του και ένα πιτσιρίκι. Όλη μέρα κικλοφόραγαν αφτός κι ο γιός του με πέδιλο και κάλτσα. Και με τις σαγιονάρες κάλτσες φοράνε, το ξέρετε; Αφτοί θα βάζουν άσπρη κάλτσα και με βατραχοπέδιλο.
Ο μπόμπιρας είχε κάτι ξανθά μαλιά σχεδόν άσπρα.
(Αφτουνού άμα γεράσει θα του μαβρίσουν; Ξέρει κανείς;)
Τελοσπάντων, γιαφτά τα μαλιά τον είχε ερωτεφτεί η αδερφή μου. Τούριχνε ένα κεφάλι αλλά της άρεσε το μαλί.
Γυναίκες!
Ένα μεσημέρι εκεί που τρώγαμε είπε του μπαμπά ότι ήθελε να μάθει γερμανικά και να πάει στη γερμανία να τον βρει. Ο μπαμπάς μου στραβοκατάπιε και την αγριοκοίταξε σα να του ζήτησε να της γράψει την ακρόπολη.

Το βράδι που κέρδησε η γερμανία τη βραζιλία ο δίμετρος πεταγόταν σινέχεια από την καρέκλα και έλεγε κάτι παράξενα. Όταν τέλιωσε το παιχνίδι παράγγειλε και μια ολόκληρη μπύρα. Πρώτη φορά ε. Την είπιε μόνος του ενώ τραγούδαγε κάτι δικά του παράξενα.
Πάλι καλά που έχουμε και τουρισμό φέτος που είπε και ο κίριος σαμαράς (όχι αφτός που βάζει γκολ στους ξένους, ο άλλος που τα βάζει σεμάς) και μπόρεσε ο κυρ Παντελής να πάρει ένα ολόκλιρο δίεβρο από τον ψηλέα. Στον τελικό με την αργεντινή είχαν φύγει, αλλιώς μπορεί να έπαιρνε ακόμη ένα.

Έτσι πέρασα φέτος το καλοκαίρι. Με κότες (πολλές κότες), ποδήλατο μέχρι που το χάλασα, γερμανούς, γριές και πσάρεμα με πέτρες. Και πολλές κότες. Ωχ αυτό το είπα.



Την έκθεση την έγραψα στο σπίτι για τη μαμά. Μου είπε ότι από πέρσυ διορθόθηκα πολύ στην οθρο θροο ορθρο στο γράψιμο αλλά αφτό δεν είναι έκθεση και την έσκισε και μούδωσε να διαβάζω ένα βιβλίο με εκθέσεις.
Εγώ όμως την είχα γράψει δυο φορές για να σας τη δήξω.
Άντε και καλή χρονιά παιδιά.
(Πολύ ενδιαφέρον αφτό το βιβλίο με τις εκθέσεις. Το μουτζούρωσα όλο...)
 http://akivernitos.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σεβαστείτε το ελεύθερο βήμα σχολιασμού και διαλόγου. Ανωνυμία δεν σημαίνει και ασυδοσία.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.
Σημείωση : Κάθε υβριστικό , προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται...
Σχόλια με ονομαστικές αναφορές που περιέχουν ατεκμηρίωτες καταγγελίες θα διαγράφονται.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.

Η Πελασγία από ψηλά